Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2009

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΓΡΟΓΟΛΑΙΝ Ι

Ηταν να ενσωματωθεί ενα αφιέρωμα στην μνήμη του κυρου Ευγενίου του πρωτου Αρχιεπισκοπου Κρήτης σε μια επανέκδοση του πρώτου τόμου για την Ιερα μΟνη Αγιου Γεωργιου τυ Γοργολαινι.Ηταν και τα τριαντα χρονια από την εκδημια του και παράλληλα για να τιμηθεί η μνημη του επανιδρυτη της Μονης.Φτιαχτηκε το κείμενο,μπήκαν οι φωτο,ζητούσε ο συγγραφέας την ευλογία γιά τον προλογισμο του βιβλιου.Μα σκονταψε στον εγωκεντρικό ετσιθελισμο εκείνων που ονομάζονται " ταγοί" της Εκκλησίας.Μηδενιστική τοποθέτηση και αναξιοπρέπεια απέναντι σε ανώτερους πνευματικά ανθρώπους που η ιστορία θα μπορούσε να ονομάσει μεγάλους.Ωστόσο στην πορεία το βιβλίο αλλαξε και συγγραφέα μα και εκδότη.Λίγο πικρό το θέμα γιατι για αλλο σκοπό βγήκε και οχι για να φαίνονται εγωιστικά αλλα πρότυπα και αξίες.Ας ειναι ο Θεός να συγχωρέσει κι αυτους κι εμας κι εκεινους που αλλοιωσαν την αληθεια.Δημοσιεύουμε το πρωτότυπο ετσι οπως γράφτηκε στην αρχή για να φανει η διαφορά.


Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Εὐγένιος,ἔργα καί ἡμέρες στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Γοργολαΐνι(1957-1978).









ΗΡΑΚΛΕΙΟ 2007














«Δεῖ γάρ τόν Ἐπίσκοπον ἀνέγκλητον εἶναι ὡς Θεοῦ οἰκονόμον,μή αὐθάδη, μή ὀργίλον, μή πάροινον, μή πλήκτην, μή αἰσχροκερδῆ, ἀλλά φιλόξενον, φιλάγαθον, σώφρονα, δίκαιον, ὅσιον, ἐγκρατή, ἀντεχόμενον τοῦ κατά διδαχήν πιστοῦ λόγου, ἵνα δυνατός ᾖ καί παρακαλεῖν ἐν τῇ διδασκαλίᾳ τῇ ὑγιαινούσῃ καί τούς ἀντιλέγοντας ἐλέγχειν».... (Ἀπ. Παύλου, Πρός Τίτον 1,7-10).





«Δεῖ οὖν τόν Ἐπίσκοπον ἀνεπίληπτον εἶναι, νηφάλιον,σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, ἐπιεικῆ, ἄμαχον, ἀφιλάργυρον».......(Ἀπ. Παύλου, Α’ Πρός Τιμόθεον, γ’,2-3)




......προσφέροντα τόν πλοῦτον τῆς Ἀγάπης του «πρός τούς ἐν περιστάσει ἀδελφούς, τούς πεινῶντας, τούς διψῶντας, τούς γυμνητεύοντας, τούς ἀσθενεῖς, τούς ἐν φυλακαῖς.....»(Ἐγκύκλιος Σεβ. Μητροπολίτου Κρήτης Εὐγενίου ἐπί τῇ ἑορτῇ τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως, ἔτος 1956).





«Ἐρείπια ἦτονε παιδί μου τά πάντα. Ἐκεῖ στήν ἄκρη ἦτονε κάποια μικρά καλυβάκια. Ἐσκοτείνιαζε κι’ ἀπό μακριά θωρῶ ἕνα φῶς. Παράξενο, ἐσκέφτηκα. Κι ὡς ἐσίμωσα ἦντά ‘δα, Παναγία μου. Τό Δεσπότη γονατιστό κι ἐπροσεύχουνταν. Ἕνα φῶς τόν ἤλουγε. Καί σάν νά μήν ἐπάτειενε στή γῆς. Ἐπαραίτησα τσί δουλειές μου καί πῆγα στή Γερόντισσα Παρθενία καί τσί τόπα. Καί κείνη μοὖπε. Ἐδά παιδί μου, μιλεῖ μέ τό Θεό». (Γερόντισσας Συγκλητικῆς, αἰωνία ἡ μνημη)


Κωνσταντίνος Γ. Μησώκας
Θεολόγος













ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Συνοπτική παρουσίαση τῆς ἱστορικῆς πορείας τῆς Μονῆς ἕως καί τήν περίοδο τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου,σελ.6-26
Δέησις, σελ.27-40.
Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΕΛ. 41-57.
Β. Ἀναμνηστικό,σελ.58-65.
Γ. Περί τῆς προσωπικότητας καί τῆς κοινωνικῆς δράσης τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου μέσα ἀπό κείμενα καί μαρτυρίες: Ἐπισκόπων, λειτουργῶν τῆς Ἐκκλησίας, κληρικῶν καί λαϊκῶν, ἀνθρώπων πού ἔζησαν κοντά του σέ καθοριστικές στιγμές τῆς Ἀρχιερατείας του.
Δ. Ἡ Πορεία ἀπό τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ἔως καί τό 1957, ΣΕΛ.100-112.
Ε. Δραστηριότητες στήν Μονή, στά 1957, σελ. 113-144.
ΣΤ. Δραστηριότητες στήν Μονή μετά τήν Ἐγκύκλιο.
1. Τά χρόνια 1958- 1960, σελ.144-180.
2. Δραστηριότητες στά χρόνια 1960-1966, σελ.181-229.
3. Τα χρόνια 1966-1970,σελ. 240-260.
4. Τά τελευταῖα χρόνια 1970-77,σελ. 261-283
Μαρτυρίες,σελ. 284-300.
Ἀποσπάσματα ἀπό λόγους τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κυροῦ Εὐγενίου σελ, 301-305.
Ἀντί Ἐπιλόγου, σελ. 306-307.
Παράρτημα.
1. Ἡ Λειτουγία τῆς Οἰκοκυρικῆς Σχολῆς, σελ. 308-321
2. Τά Ἱερατικά Συνέδρια, σελ. 322-337
Πρόσωπα πού μίλησαν σέ αὐτό τό βιβλίο γιά τόν ἀοίδιμο Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης Εὐγένιο,σελ. 338-339.
Κατάλογος Ὀνομάτων καί Τοποθεσιῶν πού ἀναφέρονται σέ αὐτό τόν τόμο, σελ.339-343.
Α. Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η

Πολλές εἶναι οἱ στιγμές στό πέρασμα τοῦ χρόνου πού ἡ θέληση τοῦ «ζωντανοῦ» Θεοῦ συναντᾶ τόν ἄνθρωπο, μέ σκοπό τήν ἔνωση μαζί του, στόν ἀνώτατο σκοπό τῆς ὕπαρξης: τή Θέωση. Ἐπιλέγονται γιά τό σκοπό αὐτό ἀπό τόν Δημιουργό κάποιες ἀπό τίς πλέον οὐσιαστικές περιόδους τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ὅταν ἡ πίστη εἶναι κλονισμένη καί κινδυνεύει ἄμεσα ἡ ἐλευθερία τῆς συνείδησης καί ἡ ἀτομική θρησκευτική ἀνεξαρτησία τοῦ ἀνθρώπου τότε ἔρχεται συνεργός τοῦ Θεοῦ ἡ χάρη καί ἐπεμβαίνει οὐσιαστικά.Ὅταν ἐπιβάλλονται κυρίαρχες ἰδεολογίες πού ἐλάχιστα ἀπέχουν ἀπό τήν αἵρεση καί τήν προσπάθεια τῆς κυριαρχίας τοῦ κακοῦ, στό βωμό τοῦ ὁποίου θυσιάζεται ὁ,τιδήποτε μπορεῖ νά δημιουργήσει ἀντιπαλότητα στήν ἐξάπλωσή του. Ἀπό τή φύση του καί μόνο ἀντιμάχεται καί ἀντιπαλεύει ὁ,τιδήποτε ἀγαθό, γιά νά στείλει τούς ἀνθρώπους στήν γενεσιουργό αἰτία του, τήν Κόλαση.
Κολάζονται, τιμωροῦνται οἱ ἄνθρωποι, ἄδειοι ἀπό τή μεγαλειώδη τελειότητα τῆς Ἀγάπης. Ὅλοι ἐκεῖνοι πού μένουν μακριά ἀπό τή λυτρωτική πηγή τοῦ Σταυροῦ τοῦ Θεανθρώπου δέν νοιώθουν οὔτε μία στιγμή τό ζωντανό Θεό πού φωνάζει δυνατά δίπλα τους, μέσα στήν ψυχή τους. Ζητᾶ νά δώσουν τή συγγνώμη τους, ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι ἔτσι πού νά μπορέσουν ὅλοι, μά ὅλοι, νά συγ-χωρέσουν στό χῶρο πού ἡ ἀδιαίρετη καί ὁμοούσια Τριάδα ἀφήνει ἀνοιχτό γιά τό δημιούργημά της: τόν ἁμαρτωλό, τόν ἀπελπισμένο ἄνθρωπο.
Ἐπιστρατεύονται τότε, ὅταν «ὑπερπερισσεύσει» στόν κόσμο ἡ ἁμαρτία, σάν στρατιῶτες γιά τόν ἀγῶνα στήν ἐπικράτηση τοῦ καλοῦ στόν κόσμο, ἄνθρωποι ‘’φωτισμένοι’’ καί δημιουργικοί. Ὅπως στήν ἐποχή τῆς Π.Διαθήκης οἱ μεγάλοι Προφῆτες φρόντιζαν γιά τό φωτισμό καί τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ὅπως στά χρόνια τῆς Καινῆς Διαθήκης ὑπῆρξαν μορφές πού «Προδρομικά» ἄνοιξαν τό δρόμο γιά τόν ἐρχομό καί τήν διδασκαλία τοῦ «Μεσσία.»
Παρόλο πού σήμερα δέ φάνηκε ἀκόμα κάποιος Μεσσίας, εἶναι διαρκής ἡ πνευματική παρουσία τοῦ Χριστοῦ σέ ὅλες τίς εὐχαριστιακές συνάξεις καί Ἀναφορές τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί κυρίως ὃταν ὁ λειτουργός τοῦ Ὑψίστου ἐκφωνεῖ στήν κορύφωση τῆς εὐχαριστιακῆς σύναξης:
«ἔτι προσφέρομέν σοι τήν λογικήν ταύτην καί ἀναίμακτον λατρείαν[....] ὑπέρ τῶν ἐν πίστει προαναπαυσαμένων, Προφητῶν, Πατέρων, Εὐαγγελιστῶν, Μαρτύρων, Κηρύκων, Ὁμολογητῶν καί παντός πνεύματος δικαίου ἐν πίστει τετελειωμένου ».
«Ἀλληλοπεριχωροῦνται» τότε, σ’ αὐτή τήν κορύφωση τῆς εὐχαριστιακῆς σύναξης καί πάντα μέσα στό Ἐκκλησιαστικό γίγνεσθαι, ὅλα ἐκείνα τά πρόσωπα πού μέ τήν ἅγια ζωή του καί μέ τήν ἀκλόνητη πίστη τους μεγάλυναν, δόξασαν καί στερέωσαν τήν ἀλήθεια τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Φάνηκαν κατά καιρούς, κάποιοι ψευτοπροφῆτες, κούφιοι καί ἀνόητοι ὁραματιστές ὁραμάτων κενῶν, «κολασμένοι» βαθιά, πού δέν μπόρεσαν νά μετατρέψουν τόν κόσμο σέ ἕνα ἀπέραντο Νιρβάνα ὅπου θά κυριαρχοῦσε ἀπόλυτα καί ὀρθολογιστικά ὁ παράγοντας ἄνθρωπος ἔξω ἀπό τήν Τριαδολογική δημιουργία του καί τήν ἐσχατολογική του προοπτική. Οὐτοπικοί ἐφαρμοστές ἐξίσου ἀνεφάρμοστων συστημάτων τά ὁποῖα ἰσοπέδωναν μέ μιάν ἀπέραντα ἀνόητη ὁμοιομορφία σέ ὅλες τίς ἐκφράσεις τῆς ζωῆς του, τό Ὄντως Ὄν. Δέν κατάφεραν νά περιορίσουν τή δύναμη τῆς Σταυρωμένης Ἀγάπης καί, παρά τό λυσσασμένο πόλεμο, νικήθηκαν ἀνίκανοι καί ἄγονοι πνευματικά νά σηκώσουν τό βάρος τῶν ἀνομιῶν τῶν ἀνθρώπων.
Πρόβαλαν ὡστόσο ἀντίσταση καί ἐνίσχυσαν τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί τόν ἀγῶνα τοῦ ἀνθρώπου ‘’Πρόσωπα’’ ἀπεσταλμένα ἀπό τόν ἴδιο τόν ἱδρυτή τῆς Ἐκκλησίας Του.Πρόσωπα καθαγιασμένα πού συντέλεσαν καί βοήθησαν τά μέγιστα στήν στερέωση τῆς Ὀρθόδοξης πίστης. Μαρτύρησαν καί σταυρώθηκαν μά δέ δείλιασαν, γιατί ὁ Ἀθλοθέτης Χριστός τούς στήριζε στόν ἀγώνα τους καί τούς ἐπιβράβευσε στό «τέλος» μέ τά «βραβεῖα ἅ ἠτοίμασε καί τά στέφη τά οὐράνια ».
Μέσα ἀπό τή χορεία ὅλων ἐκείνων τῶν μεγάλων Ἁγίων καί Ὁσίων ἀνθρώπων πού λάμπρυναν τήν ἐκκλησία καί τήν Ὀρθοδοξία προβάλλει καί μιά σύγχρονη μορφή πού στολισμένη μέ τό δικό της ὁλόλαμπρο φωτοστέφανο, ἀναδύεται μέσα ἀπό τά σύννεφα τῶν ἀγωνιστῶν καί Μαρτύρων τῆς Ἀποστολικῆς Έκκλησίας τῆς Κρήτης: ἡ μορφή τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης Εὐγενίου τοῦ Α΄ τοῦ Ψαλιδάκη.
Μιά ἐκκλησιαστική φυσιογνωμία τοῦ προηγούμενου αἰώνα πού ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Θεοῦ θέλησε νά δράσει καί νά εὐδοκιμήσει ἐδῶ στήν Ἀποστολική Ἐκκλησία τῆς Κρήτης. Ἀπέδωσε μέ τό τεράστιο ἔργο του καρπούς πνευματικούς, μά καί ὑλικούς, μέ ἀποτελέσματα τέτοια πού μέχρι καί σήμερα τό ἔργο αὐτό νά τό διατηρεῖ καί τό σφραγίζει ἀνεξίτηλα ἡ σφραγίδα τῆς μεγαλοπρέπειάς του.
Μάρτυρας ἀναμφίβολα ἦταν στήν ἐποχή του ὁ ἀοίδιμος Ἀρχιεπίσκοπος,καθώς ἔθεσε «τήν ψυχήν του λύτρον ἀντί πολλῶν».Ἀνέδειξε ἔτσι τήν προσωπική του Ἀρχιεπισκοπική παρουσία στόν Θρόνο τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης, ὠς τό πρότυπο τοῦ ἀγωνιζόμενου γιά τόν λαό Ἱεράρχη. Κατέστησε ἔτσι τή Στρατευομένη ἐπί γῆς Ἐκκλησία τῆς Κρήτης πραγματικό μετερίζι γιά ἀγῶνες πνευματικούς καί ὁ ἴδιος πάλεψε ἀπό ἐκεῖ σηκώνοντας λυτρωτική «παντιέρα» γιά τό λαό τοῦ Θεοῦ.Ἔτσι πού μπόρεσε ὁ κάθε ἄνθρωπος νά λειτουργήσει καί νά νοιώσει «παιδί τοῦ Θεοῦ», ἀληθινά καί γνήσια καταρχήν, στήν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης, καί στήν συνέχεια μέσα στό καθόλου Ἐκκλησιαστικό γίνεσθαι.
Τεράστιος ο σταυρός πού σήκωσε στή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Βαρύ καί πενθηφόρο τό μαρτύριό του, καθώς προσπαθοῦσε νά ἐφαρμόσει τήν Σταυρωμένη Ἀγάπη ὡς ἰδανικό καί ἀγαθό τῆς τέλειας ἐκείνης ζωῆς πού ὁραματίζεται ἡ Ὀρθοδοξία. Σταυρώθηκε ἀπό τούς σταυρωτές τῆς ἐποχῆς του,μιᾶς καί οἱ χειρότεροι πειρασμοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι, μά ἄντεξε τόν πειρασμό καί τούς συγχώρεσε. Ὅλους ἐκείνους τούς Φαρισαίους τῆς συγκυρίας του οἱ ὁποῖοι, «δέν ἄντεχαν τό φῶς του καί δέν ἄφησαν νά φωτιστεῖ οὖτε ἡ παραμικρή πτυχή τοῦ φτηνοῦ τους μανδύα μέσα στόν ὁποῖο εἶχαν τυλιχτεῖ τόσο ὑποκριτικά ».
Μά ἡ φωτισμένη ἀνεξικακία του ἔγινε ἀέρας μέ πνοή δημιουργίας, ὅταν ἔφτασε ἐδῶ στόν Ἅη-Γιώργη στό Γοργολαΐνι. Ἀναζωογόνησε τόν ‘’ἔρημο’’ τοῦτο τόπο πού οἱ Μουσουλμανικές ὁρδές ἄφηναν διαλυμένο σέ κάθε συνάντησή τους μέ τό διψασμένο γιά τή λευτεριά του Κρητικό λαό. Ὁ «Νεογοτθικός» φασιστικός πολιτισμός στά μέσα τοῦ 20ου αἰῶνα κατέστησε ἔρημο τό ἤδη ἐγκαταλελειμένο σπίτι τοῦ Μεγαλομάρτυρα Ἁγίου Γεωργίου συνεχίζοντας τό μακάβριο ἔργο προηγουμένων κατακτητῶν.
Εἴχαν προηγηθεῖ τόν προηγούμενο,τόν 19ο αιῶνα, οἱ Θυσίες τοῦ λαοῦ τῆς Κρήτης, μέσα ἀπό τήν μεγάλη ἐκείνη Κρητική Ἐπανάσταση, πού ζητοῦσε νά ἀπαλλάξει τό νησί ἀπό τόν Τοῦρκο κατακτητή. Ἀναδείχνονταν ἀγωνιστές ὁπλαρχηγοί καί ἐπαναστάτες πού συμπαραστέκονταν στήν Μητέρα Ἐκκλησία. Πολεμοῦσαν νά «λευτερώσουν» τήν Κρήτη βάζοντας τή λευτεριά τούτη ὡς τόν ἀπώτατο καί τόν πλέον ἱερό σκοπό τῆς ζωῆς τους: «ἄμα λευτερωθεῖ ἡ Κρήτη θά λευτερωθεῖ καί μένα ἡ καρδιά μου. Ἄμα λευτερωθεῖ ἡ Κρήτη θά γελάσω».
Μήπως δέν ἔγινε ἔτσι ; Ὅταν ὁ Ξωπατέρας στήν Παναγία τήν Ὁδηγήτρια ἔβαζε τό σῶμα του ἐμπόδιο στήν τούρκικη ἐπέλαση, ὅταν ο Γαβριήλ στό Ἀρκάδι ἄφηνε ἄφωνο τόν Εὐρωπαϊκό κόσμο μέ τήν θυσία του, ἡ ἐκκλησία ἦταν καί παρέμεινε ἐκεῖ.
Συναντοῦμε ἀκόμα τό μοναστήρι τοῦ Ἅη-Γιώργη τοῦ Γοργολαΐνι, στά 1866, ὁρμητήριο τοῦ καπετάν Μιχάλη Κόρακα καί τῶν ὁπλαρχηγῶν του. Καί τό τίμημα βαρύ. Καταστροφή καί Ἐρήμωση. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία ἦταν καί παρέμεινε ἐκεῖ. Στό πλευρό τῆς λυτρωτικῆς Ἐπανάστασης.
Ἦρθαν ὅμως καί οἱ στιγμές στόν πολιτισμένο εἰκοστό αἰώνα μας, πού χρειάστηκε ξανά ἡ λυτρωτική παρέμβαση τῆς Ἐκκλησίας στόν ἀγώνα γιά τήν λευτεριά. Πρόβαλε τότε ἕνας σύγχρονος τῆς ἐποχῆς καπετάν Μιχάλης, μαυροφορεμένος, ἀρχοντικός καλόγερος, ὁ Ἀρχιμανδρίτης ἀκόμα Εὐγένιος ὁ Ψαλιδάκης. Θά στηθεῖ μπροστά στόν Γερμανό κατακτητή καί θά γλυτώσει τό «ποίμνιο» του, μέ τή δική του μαρτυρική παρουσία καί αὐτοθυσία.
Ὅταν, στά μέσα τοῦ πολιτισμένου εἰκοστοῦ αἰῶνα ὁ Ἀρχιμανδρίτης ἀκόμα Εὐγένιος ὄρθωνε τό ἀνάστημά του μπροστά στόν θάνατο πού ξερνοῦσαν τά ὅπλα τῶν Χιτλερικῶν σωβινιστικῶν ἱδεωδῶν ἐπιδιώκοντας τήν παγκόσμια κυριαρχία τῆς Νέας τότε Τάξης πραγμάτων, πάλι τήν ἐκκλησία ἐκπροσωποῦσε. Συμπτώσεις ἄραγε τυχαῖες ἤ ὁμοιότητες μέ τό σήμερα, καθώς κάποιες πράξεις ἀντίστασης ἀπό φωτισμένους ἀνθρώπους στόν χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας φροντίζουν γιά τήν ἱστορική της συνέχεια καί τήν ἀγωνιστική της πορεία, εἰδικά μέσα σέ χώρους ἀλλόθρησκους καί βάρβαρους;
Ὅπως τούς ἀγωνιστές τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πού μέ τήν γνησιότητά τους καί τήν ἀνιδιοτελή ψυχή τους βοήθησαν στήν λευτεριά του νησιοῦ τους. Σήμερα οἱ πληροφορίες γι’ αὐτούς πού τόλμησαν νά ποῦν κάποιες λέξεις δικές τους κάνοντάς τις παράλληλα καί πράξη εἶναι μηδαμινές. Ἀνύπαρκτη ἡ γνώση τῆς Κρητικῆς Ἐπανάστασης στούς μαθητές μας. Καί τό μόνο πού κάνουμε εἶναι νά διαμαρτυρόμαστε, ὅταν τά παιδιά μας δέ γνωρίζουν τί γιορτάζουμε σέ εθνικές ἐπετείους. Μήπως ἡ Ἑλληνική Πολιτεία ἐνθυμούμενη τήν προσφορά τῆς Ἐκκλησίας θά ‘πρεπε νά ἀποκαταστήσει ἀληθινά καί ὄχι μοναχά συμφεροντολογικά καί γιά τίς δύο πλευρές τή σχέση της μαζί της;
Μήπως μέ τήν ἀποκατάσταση αὐτή θά ξεπεραστοῦν ἀνόητοι Ἐθνοφυλετισμοί καί ἀνούσιες ἀπομιμήσεις ἐκκοσμικευμένων δογμάτων, πού ἐπιχειροῦν νά ἀνατρέψουν τά πολιτισμικά καί ἐκκλησιολογικά δεδομένα, θά ἐπιστρέψει σέ μᾶς σάν περασμένη νεότητα ἡ Ἐθνική μας συνείδηση;
Μήπως θά ἔπρεπε ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία νά βάλει φραγμό σέ ὅλα ἐκείνα τά φλύαρα στόματα πού ἐκστομίζουν ἔναρθρες κραυγές οἱ ὁποίες στόχο ἔχουν τό κέντρο,τή Μητέρα Ἐκκλησία ἴσως, ἐξυπηρετῶντας ἀνόητους σκοπούς πού καταλήγουν σέ ὑπερφίαλες προσωπικές αὐταπάτες; Μήπως θά ἔπρεπε τέλος καί ἡ ἴδια ἡ μητέρα Ἐκκλησία ἐνθυμούμενη τό σημαίνοντα ρόλο πού ἔπαιξε σέ καιρούς χαλεπούς γιά τό λαό μας, νά ξεπεράσει τήν «μοναξιά»της καί νά γίνει ξανά «Ἐθναρχοῦσα καί Ἐθνική », ἔτσι πού νά βρεῖ τήν πραγματική της ὑπόσταση καί τήν ἀποστολή της;
Ἔγινε τό Μοναστήρι τοῦ Ἅη--Γιώργη στό Γοργολαΐνι,γιά νά ἐπιστρέψουμε στήν κανονική πορεία τοῦ λόγου μας, ἡ μεγάλη ἀγάπη τοῦ «Δεσπότη», ὅπως τόν ἀποκαλοῦσαν οἱ φίλοι καί οἱ συνεργάτες του. Πολλοί ἦταν ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι πού ἐρχόμενοι ἐδῶ, εἴτε σάν Κατασκηνωτές, εἴτε σάν προσκυνητές, ζήτησαν τήν παρηγοριά καί τήν ἐλπίδα κοντά στό μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο. Ταυτίστηκε ἡ μορφή του μέ τή μορφή κάποιων μεγάλων Ἁγίων οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ ἀνακαίνιζαν Μοναστήρια καί ὁδηγοῦσαν τούς ἀνθρώπους στό δρόμο τοῦ Θεοῦ, «τελείωναν» μαρτυρικά τήν ἐπίγεια ζωή τους. Εἶχαν βάλει τόν ἑαυτό τους ἐμπόδιο στά σκοτεινά μονοπάτια τοῦ ἀρχέκακου «ἐχθροῦ», ὁ ὁποῖος μέ τή μορφή τοῦ τυράννου τούς στεροῦσε μόνο τήν ἐπίγεια ζωή μέ τό μαρτύριο. Ξεχνοῦσαν ὅμως ὅλοι οί ἐπίγειοι τύραννοι πώς τό μαρτύριο τοῦτο ἀποτελοῦσε τό δρόμο γιά τήν αἰωνιότητα καί τήν ἀθανασία.
Ἀποτέλεσε ἡ «Παιδούπολη» στό «Γοργολαΐνι» μιά ἀπό τίς κορυφαῖες στιγμές τοῦ ἀοίδιμου Ἀρχιερέα στήν πολυσήμαντη ἐκκλησιαστική καί κοινωνική διακονία του. Μετατράπηκε σέ Βασιλειάδα στά μέσα τοῦ 20ου αἰ. προσφέροντας τή χαρά τῆς ζωῆς καί τήν ἐλπίδα σέ μιά ἐποχή, ὅταν ὁ λαός μας μετροῦσε ἀκόμα τίς πληγές του ἀπό τή θηριωδία τοῦ Ναζισμοῦ καί προσπαθοῦσε νά κλείσει βαθιά τραύματα ἀπό ἕναν ὀλέθριο ἀδελφοκτόνο πόλεμο.
Ἐδῶ, στό Μοναστήρι τοῦ Ἅη Γιώργη τοῦ Γοργολαΐνι, συμπληρώνεται καί ὁλοκληρώνεται μποροῦμε νά πούμε μέ βεβαιότητα ἕνα σοβαρό μέρος ἀπό τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μέ τή λειτουργία τῶν Παιδικῶν Κατασκηνώσεων: «Σέ μιά χαλεπή ἐποχή, ἐκτός ἀπό τό σημαντικό γιά τήν συγκυρία φαγητό πού πρόσφεραν σέ ἑκατοντάδες ἄπορα παιδιά, τά ἀγκαλιάζουν παράλληλα μέ τόν μανδύα τῆς ἀγάπης καί τῆς στοργῆς, τά προστατεύουν καί τά καθοδηγοῦν στά πλαίσια τῆς ἐκκλησίας τούς θερινούς κυρίως μῆνες ».
Ἔμπρακτη ἡ ἀγάπη τοῦ μεγάλου Ἱεράρχη γιά τά παιδιά. Κυρίως τά ἄπορα παιδιά. Ξεπέρασε ἐκεῖνο τό κλασικό ‘’κουτί’’πού στολίζει σάν ἔπιπλο σήμερα τόν κάθε πρόναο καί γράφει «ὑπέρ τῶν πτωχῶν», χρησιμοποιῶντας το περιεχόμενό του, γιά νά ὑπηρετήσει πραγματικά καί ἀληθινά τήν μεγαλύτερη ἀπό τίς ἀρετές τῆς Ὀρθόδοξης ζωῆς, τήν Ἐλεημοσύνη. Ἐφάρμοσε πιστά ὁ μακαριστός Ἱεράρχης τό,«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες.Ποικίλος ὁ τῆς ἐλεημοσύνης τρόπος καί πλατεῖα αὐτῆς ἡ ἐντολή ».
Ἡ Ἐλεημοσύνη δέν πρέπει νά «ποιεῖται ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων», γιά νά ἐπαινεῖται ὅποιος τήν κάνει καί νά ἐπαίρεται γιά αὐτήν. Γνώριζε καλά ὁ ἀείμνηστος Πρωθιεράρχης Εὐγένιος τήν Εὐαγγελική ρήση καί τοποθέτησε σωστά ὅλες ἐκείνες τίς δωρεές καί τά ἔσοδα ἀπό τούς ἐράνους του, «ζητιανιές» τούς χαραχτήριζε ἡ μακαριστή Γερόντισσα Συγκλητική», γιά νά στήσει τίς παιδικές κατασκηνώσεις πού ἄρχισαν στά 1955 στήν Μονή τῆς Παναγίας τῆς Καρδιώτισσας στήν ἐπαρχία Πεδιάδος. Θά συνεχίζονται ἐδῶ γιά πολλές δεκαετίες σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς Ἀρχιερατείας τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ὁ ὁποῖος: «οὐδέ ὀβολόν λαβεῖν ὁ «Δεσπότης ἡμῶν» ἐπαισχύνεται. Ἐνδύσωμεν τόν γυμνόν, ἵνα παρρησίας ἀπολαύσωμεν καί συγχώρησιν ἁμαρτημάτων λάβωμεν ».

«Ἅη Γιώργη ἀφέντη μου κι ἀφέντη καβαλλάρη.....».
Θά πεῖ χαραχτηριστικά ἡ μακαριστή Γερόντισσα Συγκλητική: «ποιά λεφτά παιδί μου, ζητιανιές ἥκανε ὁ Δεσπότης γιά νά σάξει τό Μοναστήρι, ζητιανιές, ὁ Θεός νά ἀναπάψει τήν ψυχή ν-του ». Εἶχε τήν ἰδιαίτερη εὐλογία ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος, νά βρεῖ ἐδῶ στό Γοργολαΐνι συμπαραστάτες ἄξιους καί φωτισμένους, πού μέ τή δική τους προσωπική σφραγίδα βοήθησαν ἀφάνταστα στήν ὁλοκλήρωση τοῦ δημιουργικοῦ ἔργο του.
Συναντήσαμε στήν ἔρευνά μας ἐδῶ στό Μοναστήρι μορφές Μοναχικές τέτοιες, πού ἡ ὅλη τους φιλανθρωπική δραστηριότητα τούς ἔδωσε τό προνόμιο νά ἔρθουν ἄμεσα κοντά στό Θεό πατέρα , ὅπως:
Τόν ἴδιο τό ‘’Δεσπότη’’ προσευχόμενο νά μήν ἀγγίζει τό ἔδαφος σάν νά βρισκόταν σέ μιά κατάσταση ‘’ὑπέρβασης’’ ἤ «Θεοπτίας», ὅπως ἀφηγεῖται ξανά ἡ μακαριστή Γερόντισσα Συγκλητική στήν ἴδια συνέντευξη. Ποιός ξέρει ἄν ἡ καθαγιασμένη βιοτή του τόν ὁδήγησε στήν Ὁσιότητα, καί ἄν τά ὁστᾶ του, σέ κάποια ἐνδεχόμενη ἐκταφή, θά ἀποδίδουν ἴσως τήν ἄρρητη εὐωδία τῆς Ἁγιότητας;
Ἀλλά καί τίς «ψυχές» τῆς Μονῆς τόσο στήν ἀνακαίνισή της, ὅσο καί στήν ἐξελικτική της πορεία μέσα στόν χρόνο: Τή μακαριστή Γερόντισσα Συγκλητική Μαστοράκη, τήν Ἡγουμένη τῆς Μονῆς. Ἔδωσε ὅλη τήν ψυχή της γιά νά στηρίξει τό ἔργο τῆς ἀναστήλωσης τῆς Μονῆς. Παράλληλα ἐργάστηκε ἀκούραστα γιά τήν στήριξη τοῦ ἔργου καί τοῦ σκοποῦ τῆς Παιδούπολης.

Ἡ Γερόντισσα Συγκλητική ὑποβασταζόμενη ἀπό τήν ὑποτακτική της Μοναχή Εὐγενία Πατεράκη, παρουσίᾳ τοῦ Καθηγουμένου π. Άρσενίου στό Καθολικό τοῦ Ἅη Γιώργη στό Γοργολαΐνι.Ἦταν ἡ ψυχή τῆς Μονῆς γιά 22 χρόνια καί θεμελιακή ἡ παρουσία της γιά τό ὅλο ἔργο τῶν Κατασκηνώσεων. Ἦρθε ἐδῶ τό 1957, ἀπό τή Μονή τῆς μετανοίας της, τήν Παναγία τήν Παληανή, ὅταν τήν κάλεσε ὁ ἀοίδιμος Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Εὐγένιος, γιά νά βοηθήσει στό ἀναστηλωτικό ἔργο στην Μονή. Κοιμήθηκε στίς 21-12-2000 προλαβαίνοντας ὡστόσο νά πεῖ τίς δικές τις λέξεις δίνοντας ἐκείνη τήν σημαντική της «συνέντευξη»στόν Καθηγούμενο π. Ἀρσένιο, πού ἀποτέλεσε τή βάση γιά τίς ἐργασίες πού εἶδαν τήν δημοσιότητα σχετικά μέ τό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στό Γοργολαΐνι.
Καί τήν «ὑποτακτική»της Μοναχή Εὐγενία Πατεράκη ἐν ζωῇ σήμερα στή Μονή τῆς «Παναγίας τῆς Κυρίας Παληανῆς» νά συνυπάρχει παράλληλα μέ τό χρόνο καί μέ τόν τόπο καί νά ἑδραιώνει μέ τήν δυναμική παρουσία της τόν θεσμό τῆς Κατασκήνωσης καί τῆς Οἰκοκυρικῆς Σχολῆς.
Βοήθησε καί μᾶς σημαντικά, μέ τίς πληροφορίες της, ἀρχικά στήν ἔρευνα σχετικά μέ τήν παρουσία καί τήν ἱστορική συνέχεια τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Γοργολαΐνι,μέσα στούς αἰῶνες.Παράλληλα ἕνα μεγάλο μέρος ἀπό τό φωτογραφικό ὑλικό τούτου τοῦ τόμου ὀφείλεται στήν εὐγενική παραχώρηση ἀπό τήν ἴδια καί θερμά τήν εὐχαριστοῦμε.

Ἡ Τελευταία ἐπίσκεψη τῆς Γερόντισσας Συγκλητικῆς στό Μοναστήρι πού γιά εἴκοσι χρόνια ὑπηρέτησε τόν πιστά τόν Ἅγιο καί τούς φίλους του, τά Παιδιά. Στή φωτογραφία ὑποβαστάζεται ἀπό τήν ὑποτακτική της Μοναχή Εὐγενία Πατεράκη.
Κι ὅλα αὐτά νά βρίσκονται κάτω ἀπό τήν διαρκή προστασία τοῦ καβαλλάρη Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα: «ἐκαθούμασταν στό κυπαρίσσι στόν ἀσκιανό. Καί ἐγροικούσαμε ποδοβολητά ἀλόγου νά πηγαινόρχουνται στήν αὐλή. Ἐφοβούμασταν βέβαια. Μή φοβᾶστε μᾶς ἤλεγε ἡ Γερόντισσα Παρθενία, ὁ Ἅη Γιώργης εἶναι καί μᾶς βλέπει. Βλέπει καί μᾶς, ἀλλά καί τό Μοναστήρι ν-του ».

«Εἴχενε πολλή ὑπομονή ἡ Γερόντισσα Παρθενία. Ἦτονε παράλυτη. Διαρκῶς ἔκανε φιλανθρωπία καί προσευχή.Μά ἤρθενε πρέπει ἡ ὥρα της γιά τό μεγάλο ταξίδι. Ἦτονε ξαπλωμένη καί μᾶς ἐγύρεψε νά τή γυρίσωμε ἀνατολικά. Τό πρόσωπό τζη ἤλλαξε. Ἐπῆρε μιάν ἀγγελική μορφή. Ἦτονε στόν Παράδεισο.Ἔκανε συνέχεια τό σταυρό τζη καί ἔλεγε : Προσκυνῶ τή χαρά τῶν παρθένων, προσκυνῶ τή χαρά τῶν Μαρτύρων.Ἔδε ὁμορφιές πού ‘χει τούτηνε ἡ ὥρα, ἔδε ὀμορφιές. Γερόντισσα, τσί λέγαμε νά παρακαλεῖς τό Θεό καί γιά μᾶς. Ἐθώρειε τσ’ Ἀγγέλους νά μπαινοβγαίνουνε. Ἀνοίξετε τό παραθύρι νά μποῦνε μᾶς ἤλεγε. Τά ξημερώματα εἶπε: Δόξα τῷ Πατρί καί τῶ Υἱῷ καί τῶ Ἁγίῳ Πνεύματι, δόξα σοι ὁ Θεός.Ἤκαμε τό σταυρό τζη ,ἔκλεισε τά μάτια τζη κι ἔφυγε....».(Γερόντισσας Συγκλητικῆς,αἰωνία ἡ μνήμη).
Τή Γερόντισσα Παρθενία πού ἡ ζωή της ὅλη ἦταν μιά συνεχής φιλανθρωπία καί μία διαρκής ἐλεημοσύνη. «Κοιμήθηκε»ὁσιακά, βλέποντας νά τή συνοδεύουν στό ταξίδί της ἡ Παναγία καί οἱ Ἀγγέλοι, ὅπως περιγράφει ἡ μακαριστή Γερόντισσα Συγκλητική .
Ἀναπαύεται σήμερα ἡ Γερόντισσα Παρθενία σέ ἕνα λιτό κι’ ἀπέριττο τάφο, ἔξω ἀπό τή Μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στό Γοργολαΐνι. Ἀπεριόριστη ἡ ἀγάπη της στόν ἄνθρωπο καί ἀνιδιοτελής ἡ φιλανθρωπία της. Κοιμήθηκε Ὁσιακά καί, κατά τήν ἐκτίμηση πολλῶν, ἔφτασε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ στήν Ἁγιότητα.
Φανεροί καί ἀφανεῖς ἐργάτες βοήθησαν τόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο στό ἔργο του αὐτό. Λαϊκοί καί κοσμικοί, ἄνθρωποι τῆς καθημερινότητας οἱ ὁποῖοι συμπαραστάθηκαν στόν ‘’Δεσπότη» γιά νά ὁλοκληρώσει τό ἔργο του.
Ἐπικεφαλῆς στίς Κατασκηνώσεις γιά πολλά χρόνια, ὁ μακαριστός Δημήτριος Καραϊσκάκης, Διευθυντής σέ ἕνα ἄλλο ἔργο: τό Ἐπανωσήφειο Οἰκοτροφεῖο Ἀρρένων στό Ἡράκλειο, σπουδαῖο καθίδρυμα γιά τήν ἐποχή του, πού μεγάλωσε καί ἀνάθρεψε ἑκατοντάδες παιδιά τῆς ἐπαρχίας, σέ δύσκολες οἰκονομικά ἐποχές καί ὅταν ἔπρεπε τά φτωχά παιδιά νά σπουδάσουν, νά μάθουν γράμματα καί ἡ ἐνδοχώρα τοῦ Νομοῦ ἦταν φτωχή σέ σχολεῖα μά καί σέ ὑλικά ἀγαθά.
Ἦταν ἐδῶ καί οἱ ἀδελφές Ματθαιάκη πού ἔγιναν Μοναχές ἀργότερα στή Μονή τῆς Ἁγίας Εἰρήνης τοῦ Κρουσώνα μέ τά ὀνόματα Χριστοφόρα καί Θεοτίμη. Κοιμήθηκαν καί ἀναπαύονται στήν προαναφερόμενη Μονή.
Ἀκόμα στή λειτουργία τῆς Ἀγροτικῆς Οἰκοκυρικῆς Σχολῆς συντέλεσε θετικά καί ο μακαριστός Ἀρχιμανδρίτης Μεθόδιος Γερογιαννάκης. Παρών δημιουργικά ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Γορτύνης κυρός Κύριλλος ὡς Πρωτοσύγκελλος τότε βοήθησε σημαντικά στό ἔργο τῆς Κατασκήνωσης. Ἀκόμα ὁ νῦν Μητροπολίτης Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Νεκτάριος, Ἱερομόναχος τότε, ὑπηρέτησε ὡς «πνευματικός» ἐδῶ στήν Κατασκήνωση. Λαϊκοί ἀκόμα καί φοιτητές, οἱ νῦν Μητροπολῖτες Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ.κ Εὐγένιος, Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κ.κ Ἄνθιμος καί Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ.κ Μακάριος, συνέδραμαν στό ἔργο καί τή λειτουργία τῶν Κατασκηνώσεων.
Οἱ ἀλήθειες καί τά συμπεράσματα τῶν ἱερατικῶν Συνεδρίων ἔφεραν τόν ἀείμνηστο Ἀρχιεπίσκοπο μπροστάρη σέ ἕνα ἔργο σταθμό τῆς στρατευόμενης Ἐκκλησίας:
Τήν ἐφαρμογή τῆς κοινωνικοποιημένης ἐκκλησιολογικῆς ἀντίληψης γιά τό ὅλο σῶμα τοῦ Χριστοῦ σέ μιά ἐνανθρωπισμένη κοινωνική δραστηριότητα. Αὐτό ἐξάλλου δέν εἶναι καί τό κυρίαρχο ἔργο της Ἐκκλησίας, ὡς ἀποτέλεσμα ἄμεσο τῶν ἐ νεργειῶν τοῦ Λυτρωτικοῦ Σταυροῦ τοῦ ἱδρυτῆ της; Ἡ προσφορά δηλ. στόν ἄνθρωπο ὅλων ἐκείνων τῶν λυτρωτικῶν ἐνεργειῶν τοῦ Σταυροῦ οἱ ὁποῖες μετατρέπονται σέ τρόπο ζωῆς καί ἐμπειρικά βιώματα βοηθώντας τον στήν ὁλοκλήρωση στήν ἐν Χριστῶ Ζωή. Τό ἔργο αὐτό συνέχισε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Εὐγένιος, ὡς ἕνα ἔργο πού τόν τοποθετεῖ ἐπικεφαλῆς μιᾶς γενιᾶς Ἁγίων Ἁρχιερέων οἱ ὁποῖοι: «διαφοροποιοῦνται πλήρως ἀπό φλεγματικούς καί σκληροπυρηνικούς, καριερίστες ἥ νεωτεριστές, πού χρησιμοποιοῦν τήν ἐκκλησία διά τά κάτ’ αὐτούς ».
«Διαπνέεται ἀπό ἕνα Ὀρθόδοξο φρόνημα, αὐστηρῶς ἐκκλησιαστικό καί συγκαλεῖ ἱερατικά συνέδρια πού θά μείνουν ἀλησμόνητα στους ἱερεῖς, ἐδῶ στό Γοργολαΐνι.Τό κυριότερο, ἐδῶ στό Μοναστήρι, ὁ Εὐγένιος εἶναι ἴσος ἀνάμεσα σέ ἴσους, ἀδελφός μεταξύ ἀδελφῶν.Κινεῖται ἀνάμεσα στούς ἱερεῖς, κουβεντιάζει προσωπικά μέ τούς περισσότερους.Ὁρίζει πνευματικούς πού ἐξομολογοῦν καί ὁ ἴδιος ἔχει τόν δικό του «γέροντα» τόν παπᾶ Μανώλη Ἀλεξάκη, ἐφημέριο τῶν Πάνω Ἀσιτῶν τότε. Σπουδαῖο γεγονός τό ὅτι μεταδίδει σέ ὅλους ἐδῶ τό λειτουργικό του ὕφος μέ μιά πρωτοχριστιανική ἀμεσότητα. Αἰσθανόμασταν ὅλοι πώς εἶναι φορέας τῆς Θείας χάριτος καί μέ δέος πλησιάζαμε, γιά νά δεχθοῦμε ἀπό τά χέρια του τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας67».
Καί στήν ἔναρξη ἑνός ἀπό τά παραπάνω συνέδρια (τό 14ο συγκεκριμένα) ἔλεγε:
«Ἄς εὐχαριστήσωμεν τόν ἐν Τριάδι Θεόν, τόν καταξιώσαντα ἡμᾶς νά συνέλθωμεν εἰς τό Ἱερατικόν τοῦτο συνέδριον. Σκοπός τῆς συναξεως μας τούτης εἶναι : ἡ μόνωσις χάριν πνευματικῆς περισυλλογῆς, αὐτοεξετάσεως καί αὐτοδοκιμασίας. Θά μείνωμεν ἐδῶ ἐπί ὁλιγοήμερον, ἴνα ζήσωμεν ἡσύχους ὥρας καί ἵνα τάς ὥρας ταύτας τῆς περισυλλογῆς ἐφαρμόσωμεν ἕκαστος τό ἔνδον σκάπτε δι’ ἑαυτόν , ἵνα μέ τούς ψιθύρους τῆς φύσεως ἀκούσωμεν καί τήν φωνήν τῆς συνειδήσεως ἡμῶν καί λάβωμεν ἀποφάσεις διά τόν πνευματικόν ἡμῶν καταρτισμόν. Εἰς τοῦτο θά βοηθήσει και ἡ ἐξαγόρευσις τῶν ἀνομιῶν ἡμῶν είς τόν πνευματικόν[..] Ἐπί πλέον θά μελετήσωμεν κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοΐ καί ἐν τῇ αὐτῇ γνώσῃ» καί ἀναφέρεται στό θέμα τοῦ Συνεδρίου πού ἦταν Ἐκκλησία καί Οἰκογένεια ».
Σήμερα, πενῆντα χρόνια ἀκριβῶς μετά , τό Μοναστήρι στέκει ὄρθιο καί λειτουργεῖ γιά τό σκοπό πού φτειάχτηκε. Θελήσαμε νά προσεγγίσουμε στίς πραγματικές διαστάσεις τοῦ ἔργου πού συντελέστηκε ἐκείνη τήν περίοδο τῆς ἅγιας ἁπλότητας πού τά πάντα ἦταν ἀκόμα ἀληθινά. Ἀληθινά χωρίς κάποιο ἱδιοτελές κίνητρο καί φιλοδοξία. Ἐδῶ στό Μοναστήρι τοῦ Ἅη Γιώργη στό Γοργολαίνι σήμερα ἐξακολουθοῦν νά εἶναι ἀκόμα ἀπλά ὅλα ὅσα διαδραματίζονται. Ὅπως καί τήν ἐποχή ἐκείνη.
Προσπαθήσαμε μέ τήν ἔρευνα πολλῶν μηνῶν γιά τήν συλλογή ἱστορικῶν δεδομένων νά ἀποδώσουμε τήν Ἱστορία στήν ἀληθινή της μεγαλειώδη διάσταση.Πολλά τά ντοκουμέντα πού ἦρθαν στό φῶς. Μαζί καί οἱ προσωπικές μαρτυρίες κάποιων ἀπό τούς πρωταγωνιστές τῆς ἐποχῆς δίνουν μιά συνεχή ἱστορική ροή στόν τόμο τοῦτο.
Εὐχαριστίες εὐγνώμονες στόν Σεβασμιώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Εἰρηναῖο σάν Πρόεδρος τοῦ Δ.Σ του Ἐπικοινωνιακοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης ἔδωσαν ἀπό κοινοῦ μέ τό Δ.Σ τήν ἄδεια γιά τήν ἔρευνα στό Ἱστορικό Άρχεῖο τοῦ παραπάνω ἱδρύματος. Παράλληλα γιατί ἐπέτρεψαν τήν δημοσίευση αὐτούσιων ἐγγράφων τοῦ παραπάνω ἀρχείου γιά τήν ἀκόμα καλύτερη ἐμφάνιση τῶν ἱστορικῶν δεδομένωνω τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Τό Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Νεκτάριο γιά τό ὑπέροχο ἄρθρο πού κοσμεῖ τό κείμενο,τό Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ἱεραπύτνης κ. Εὐγένιο, τό Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ρεθύμνης κ.Ἄνθιμο, τό Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριο γιά τά ἄρθρα πού μᾶς ἀπέστειλαν καταθέτοντας ἔτσι ἀπό τή ψυχή τους κάτι σάν ἀνθοδέσμη πολύτιμων λουλουδιῶν στή μνήμη τοῦ «ἀθάνατου» Γέροντά τους καί μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου.
Ἀκόμα εὐχαριστίες ὁλόψυχες στόν Ἐντεταλμένο τοῦ Ἱστορικοῦ Ἀρχείου Φιλόλογο κ.Μανώλη Χαλκιαδάκη ὁ ὁποῖος στήν πολύμηνη ἔρευνα ἐκεῖ στό χῶρο του Ἱστορικοῦ Ἀρχείου μᾶς βοήθησε σημαντικά καί μέ ἐπουσιώδη τρόπο γιά τή συλλογή τοῦ ὑλικοῦ πού ἀποτελεῖ τή βάση του τόμου τούτου.
Εὐσεβάστως εὐχαριστοῦμε καί τόν Ἀρχιμανδρίτη π. Μακάριο Γρινιεζάκη, Δντή τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης γιά τό φωτογραφικό ὑλικό πού μᾶς παραχώρησε, ἀπό τό προσωπικό του ἀρχεῖο, συμβάλλοντας ἔτσι στήν καλύτερη ἀποτύπωση τῶν γεγονότων τῆς ἐποχῆς.
Στεκόμαστε μέ εὐχαριστίες ἀπό βάθους καρδιᾶς πρός τό πρόσωπο τῆς Μοναχῆς Εύγενίας Πατεράκη πού σήμερα μονάζει στό Μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Κυρίας Παληανῆς πού τόσο μέ τίς φωτογραφίες ὅσο καί μέ τίς ἀφηγήσεις της ἔφερε στο φῶς τό θησαυρό τῆς χρυσῆς ἐποχῆς τῆς Ἐνανθρωπισμένης Ἐκκλησίας ὅπως δραστηριοποιήθηκε ἐδῶ στό Γοργολαΐνι. Ὁλόθερμα εὐχαριστοῦμε τή πρεσβυτέρα τοῦ π. Ἰωάννη Ζαχαριουδάκη, παλαιοῦ Ὲφημερίου τῶν Κ.Ἀσιτῶν ὁ ὁποίος δούλεψε σκληρά στήν ἀναστήλωση τῆς Μονῆς, τήν κ.Μαρία Ζαχαριουδάκη, γιά τό φωτογραφικό ὑλικό πού μᾶς ἔδωσε γιά τή συγγραφή τοῦ βιβλίου τούτου.
Ἀκόμα τόν π. Κω/νο Χατζάκη ἐφημέριο τῆς ἐνορίας Ἀνωπόλεως Πεδιάδος γιά τίς φωτογραφίες του πού δίνουν κι αὐτές τήν δική τους μαρτυρία γιά μιά ἐποχή καθώς φωτίζουν κάποιες ἀπό τίς στιγμές πού ἔζησε κοντά στόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο. Ἐπίσης τήν κ. Μαρία Γερογιαννάκη, ἀδελφή τοῦ μακαριστοῦ π. Μεθοδίου Γερογιαννάκη, τόσο γιά τίς πληροφορίες, ὅσο καί γιά τή φωτογραφία ἡ ὁποία φανερώνει τά σχετικά μέ τά Ἱερατικά Συνέδρια πού γινόταν ἐδῶ στό Γοργολαΐνι.
Εὐχαριστοῦμε ὅλους ὅσοι μέ προθυμία μίλησαν γιά ἕνα μεγάλο ἄνθρωπο σέ μιά μεγάλη δράση.Ὅλους ὅσοι ἔφεραν ἔστω καί ἕνα στοιχεῖο γιά νά φωτίσουν τή τεράστια προσωπικότητα τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιερέα. Εὐχαριστοῦμε καί ὅλους ὅσοι δέν θέλησαν ἀπό σεβασμό, ἴσως καί ἀπό ἱερό Δέος τό ὁποῖο προκαλεῖ ἡ μνήμη του μακαριστοῦ Ἀρχιερέα, νά παρουσιάσουν ἀπό πιό κοντά κάποιες άπό τίς μεγάλες στιγμές τίς ὁποίες ἔζησαν κοντά στό μεγάλο αὐτό ἄνθρωπο.
Τήν τεράστια λοιπόν προσωπικότητα τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιερέα, τό μεγαλειῶδες ἔργο του,τήν ἱστορική σύνδεση Εκκλησίας καί λαοῦ, τήν κοινωνική προσφορά τοῦ Μοναχισμοῦ μέσα ἀπό τό ἔργο τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου ἐδῶ στό Γοργολαΐνι, πρός τόν ἀγαπημένο τοῦ Κυρίου λαό, θά ἐπιχειρήσουμε νά παρουσιάσουμε σέ τούτη τήν ἔρευνά μας.
Θαυμαστές οἱ ἐνέργειές του καί φυσικό νά τόν ἀναζητοῦν ἀκόμα καί σήμερα ὅλοι ὅσοι ἔχασαν τό φῶς του.

Στιγμές ξεκούρασης στήν Ὀρθόδοξη Ἀκαδημία Κρήτης,στό Κολυμπάρι.
Ψάχνουμε καί ἐμεῖς τό φῶς αὐτό πού ἐκπέμπουν οἱ ὅποιοι σύγχρονοι Ὅσιοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν ἀκόμα στήν ἐποχή μας. Μέ τό φῶς αὐτό θά προσπαθήσουμε νά διασπάσουμε τήν ὁμίχλη καί τό σκοτάδι πού σκορποῦν οἱ ἐχθροί τῆς Ἀγάπης στή συγκυρία μας.Ἔτσι θά λάμψει ἡ Ἀγάπη τῶν Ὁσίων αὐτῶν ἀνθρώπων πού ἡ ἁμαρτωλή καί ἐλάχιστη ζωή μας ἔχει τόσο ἀποζητήσει γιά τή λύτρωση καί τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ὡστόσο, σήμερα πενῆντα χρόνια μετά τό στήσιμο τοῦ Μοναστηριοῦ, δέν ψάχνουμε πλέον στήν τύχη καί ἀπροσδιόριστα.
Ὰναμφίβολα ἡ ἱστορική συνέχεια καί ἡ γνησιότητα στήν Ὀρθόδοξη λειτουργία τοῦ Μοναστηριοῦ τοῦ Ἅη Γιώργη στό Γοργολαΐνι εἶναι ἀποτέλεσμα αὐτοῦ τοῦ φωτός πού ἔρχεται ἀπεσταλμένο ἀπό τό οὐράνιο στερέωμα, πηγάζοντας ἀπό τίς προσευχές τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου. Φωτίζει ἀπό ἐκεῖ ψηλά, τό δημιούργημά του καί κάθε φορά πού θά ἀκουστεῖ στόν Έσπερινό «Ἀξιομακάριστοι καί ἀείμνηστοι κτίτορες αίωνία ὑμῶν ἡ μνήμη», χαμογελᾶ εὐχαριστημένος γιατί τόν θυμοῦνται οἱ ἄνθρωποι.
Δέν πέθανε ὁ Δεσπότης γιατί οἱ ἄνθρωποι πεθαίνουν ὅταν τούς λησμονήσουν οἱ ἄλλοι. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Εὐγένιος δέν λησμονήθηκε καί ἀναμφίβολα ζῆ πνευματικά ἐδῶ στό Γοργολαΐνι. Ἀκόμα θάρχεται ἡ ψυχή του νά συμπροσευχηθεῖ ἐδῶ στό μικρό καί ταπεινό Μοναστηράκι πού κρατᾶ σήμερα σάν θησαυρό πολύτιμο τή γνησιότητα καί τή παράδοση στήν Όρθόδοξη ζωή. Κοντά του καί κάθε ἄνθρωπος πού μεγάλωσε μαζί του στήν καλύτερη στιγμή τῆς ζωῆς του, καί ἀναμφίβολα εἶναι πολλοί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, πού δέν θά τόν λησμονήσουν ποτέ.

Κωστῆς Μησώκας
Καλοκαίρι τοῦ 2007
Σύνδεσμο τῶν Ἱερέων τῆς ΙΑΚ γίά νά τιμηθεῖ ἡ μνήμη τοῦ μακαριστοῦ Ἱεράρχη κατέθεσε τήν ἐξῆς μαρτυρία ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κ.Ἄνθιμος :
«Ξαναβρέθηκα μέ μεγάλη συγκίνηση, μετά ἀπό πολλά χρόνια ἐδῶ στό Γοργολαΐνι. Δέν ἤμουνα ἱεροσπουδαστής γιατί ἀμέσως μετά τό Γυμνάσιο πῆγα στό Πανεπιστήμιο καί φοιτητής, πρωτοετής ἀκόμα ἦρθα ἐδῶ καθώς μέ ἐπιστράτευσε ὁ μακαριστός Εὐγένιος. Ἀρχικά σάν Ὁμαδάρχης καί ἀργότερα σάν Ἀρχηγός. Πολλοί άπό τούς τότε Κατασκηνωτές εἶναι σήμερα ἱερεῖς. Θυμᾶμαι ἀκόμα τίς ἐπισκέψεις τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιερέως Εὐγενίου.Καί τίς συζητήσεις μαζί του ὕστερα ἀπό κάποιες παρεμβάσεις πού γινόταν σέ αὐτόν ἀπό τόν μακαριστό Καραϊσκάκη.Τόν κατεῖχε τό μακαριστό Δημήτριο μιά μανία οἰκονομίας καί διαρκῶς διαμαρτυρόταν στόν Δεσπότη. Περίσσεψε παράδειγμα ἕνα φαγητό που μποροῦσε νά χρησιμοποιηθεῖ μέ ἄλλο τρόπο γιά μαγείρεμα. Ἐμεῖς το πετάξαμε, ὁ Καραϊσκάκης τό εἶπε στό Δεσπότη καί ἐκεῖνος ἔπαιρνε τηλέφωνο σχεδόν ἐνοχλημένος γιατί τοὖχαν παρουσιάσει τέλεια τά πράγματα χωρίς νά εἶναι ἔτσι.
Ἔγινα Ἀναγνώστης τήν ἡμέρα τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου θυμᾶμαι. Κάναμε Ἐσπερινό, Ἀπόδειπνο στόν λόφο,θυμᾶμαι πού ἀνάβαμε φωτιές στό γήπεδο τή νύχτα καί ψήναμε αὐτοσχέδια ψωμάκια. Ἀκόμα τόν παπᾶ Μανώλη τόν Παπακανδεράκη που ἑτοίμαζε τά ἀποχαιρετιστήρια δεῖπνα ὅταν τελείωναν οἱ περίοδοι οἱ Κατασκηνωτικές.
Τά Ἱερατικά Συνέδρια εἶχαν ἀφήσει ἐποχή καί ἱερεῖς ἀπό τό Ρέθυμνο ἐρχόταν σάν ἀντιπρόσωποι καί τα παρακολουθοῦσαν. Εἰδικά ὅταν μετά τόν θάνατο του μακαριστοῦ προκατόχου μου, Μητροπολίτη Τίτου εἶχε ἀναλάβει τοποτηρητής τῆς Μητροπόλεως ὁ ἀείμνηστος Εὐγένιος.
Τίς νύχτες σέ κάποιους προξενοῦσε τρόμο τό ἄγαλμα του Μαστραχᾶ. Εἴχαμε φτειάξει καί ἕνα πρόχειρο φαρμακεῖο καί ἐξυπηρετούσαμε μικροπροβλήματα. Κάποια παιδιά προσποιοῦνταν τά ἄρρωστα διαρκῶς. Ἕνα ἀπό αὐτά, μέ μιά ψευτοένεση φτιαγμένη ἀπό μιά σακοράφα καί τό θερμόμετρο, θεραπεύτηκε διά παντός καί δέν ξαναῆρθε νά γυρέψει φάρμακα.
Ἐκεῖνο τό τραγούδι ὁ Θεός να τόν φυλάει τόν Σεβασμιώτατο θά μοῦ μείνει ἀξέχαστο. Πιστεύω νά μᾶς φυλάει ἀπό ἐκεῖ ψηλά. Ἄς εἶναι ἡ μνήμη του αἰώνια καί νάχουμε τήν εὐχή του ».
Μεταφέρουμε ἀκόμα μιά μαρτυρία ἀπό τό ἴδιο μνημόσυνο πού ἔγινε στά 1999 στό Μοναστήρι τοῦ Ἅη Γιώργη στό Γοργολαΐνι. Ἔλεγε λοιπόν τότε σάν Πρωτοσύγκελλος τῆς ΙΑΚ καί νῦν Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ.Μακάριος :
«Ἦρθα κι’ ἐγώ στό Μοναστήρι μικρό παιδί ἀκόμα, σάν Κατασκηνωτής. Θυμᾶμαι τή πρώτη συνάντηση στήν εἴσοδο. Ἔχω ἀκόμα στό πατρικό μου στίς Δαφνές τίς σημαῖες τῶν Ὁμάδων. Στό Κυπαρίσι ἀποκάτω στίς συγκεντρώσεις, φτιάχναμε τό σύνθημα τῆς ἡμέρας.Ἀκόμα θυμᾶμαι τήν ἄμιλλα τῶν παιδιῶν γιά τό ποιός θά βγεῖ πρῶτος καί νά κερδίσει τό ἔπαθλο.
Γιά πρώτη φορά στή ζωή μου ἔμαθα ἐδῶ τί θά πεῖ «νοερή προσευχή», ἔμαθα τό Κομποσκοίνι καί ποιά εἶναι ἡ ὁμαδική ,κοινοβιακή Χριστιανική ζωή. Εἶδα ἐπίσης, ἤ μάλλον ἄκουσα τό μακαριστό Δεσπότη νά ἀντιστέκεται στόν πατέρα Μελέτιο(Ἀνετάκη) ὅταν ὁ τελευταίος τοῦ ζήτησε νά γράψει κάτι στίς ἐφημερίδες, γιά νά κλείσει τό στόμα τοῦ κατηγόρου του Δεσπότη. Ἦταν οἱ πικρές μέρες τοῦ Μάνου Χάρη καί ὁ Δεσπότης μέ ἕνα κουρασμένο ὗφος, εἶπε στόν π. Μελέτιο, «Μελὲτιε, ἄφησέ με, ἐδῶ ἦρθα νά ξεχάσω».
Θυμᾶμαι πού μᾶς ἔκανε Ἐσπερινούς σάν ἀπλός Ἱερέας, στό Καθολικό, στόν Σταυρό τότε καί σήμερα λόφο τοῦ Προφήτη Ἡλία. Ἀκόμα τίς ἐκδρομές πού κάναμε στά γύρω χωριά, στά πανηγύρια.
Εἶχε μιά ἰδιαίτερη οἰκειότητα μέ τά παιδιά τοῦ Πιτσουλάκειου καί ἔπαιζε μαζί τους. Πολλές φορές τήν φασαρία τήν προκαλοῦσε ὁ ἴδιος, γιά νά ‘ρθει κέφι στήν Κατασκήνωση.
Θυμᾶμαι καί τό καταπληκτικό τραγουδάκι, ὕμνο τῆς Κατασκήνωσης τό πρώτο τουλάχιστον στιχάκι του πού ἔλεγε : «Στοῦ Ἅη Γιώργη τήν κορυφή χτίσαμε μιά πολιτεία.
Κάτω άπό τήν σκέπη τοῦ Ἰησοῦ, ἀδελφωμένοι ὅλοι μαζί
Θά προχωροῦμε ἑμεῖς ἀδελφοί, θά προχωροῦμε ».
Μακαρίου τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γορτύνης καί Ἀρκαδίας πολλά τά ἔτη.

Μεταφέρουμε καί τήν μαρτυρία τοῦ π.Βασιλείου Καλαϊτζάκη ἱερέως καί συνταξιούχου δασκάλου σήμερα ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε γιά πολλά χρόνια διάκονος τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου.Ἔγραψε λοιπόν ὁ π.Βασίλειος τό καλοκαίρι τοῦ 2007 τά ἐξῆς :
«Ἔχουν γραφεῖ τόσα πολλά,γιά τήν ζωή καί τό ἔργο τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου.Τά λίγα λόγια πού θά γράψω τά γράφω ὄχι γιά νά προσθέσω τό ἐλάχιστο, ἀλλά γιά νά μείνουν στήν μνήμη μας ἄγνωστες πτυχές τῆς ζωῆς του, ὅπως τίς ἔζησα κοντά του,ὡς μαθητής τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς Κρήτης, ὡς σπουδαστής τῆς Ἀνωτέρας Ἐκκλ. Σχολῆς Θεσσαλονίκης(ἱεροδιδασκαλεῖο), ἀλλά καί ὡς διάκονος κυρίως γιά ἔξι χρόνια.
Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος ἤθελε κοντά του ὅλους τούς ὑποψηφίους κληρικούς. Παρακολουθοῦσε μέ πατρικό ἐνδιαφέρον τίς σπουδές μας,γνώριζε τίς ἐπιδόσεις μας καί τό Καλοκαίρι,μᾶς ἤθελε ὅλους νά στελεχώνουμε τίς παιδικές Κατασκηνώσεις στό Γοργολαΐνι. Ἐκεῖ μᾶς ἔβλεπε πού δουλεύαμε,χαιρόταν σάν ἀληθινός πατέρας,ὅταν στίς συχνές ἐπισκέψεις του μαζεύονταν γύρω του τά μικρά παιδιά μέ μᾶς τούς ὁμαδάρχες.
Ἐκτός τίς κατακηνώσεις,μετά τήν χειροτονία μου, ἔζησα κοντά του ὡς διάκονος,ἀλλά καί ὡς δάσκαλος τοῦ Πιτσουλακείου Σχολείου,πού ἴδρυσε μαζί μέ τό Ὀρφανοτροφεῖο καί ἦταν ἡ δεύτερη ἀδυναμία του.
Σέ δύο πτυχές τῆς ζωῆς του θά ἀναφερθῶ.Ἡ πρώτη γνωστή(κυρίως μετά τόν θάνατό του).Γνωστή ἡ «πτωχεία»του. Ἐγώ τήν ἔζησα ἀπό κοντά.Σέ πολλά πανηγύρια μέ ἔπαιρνε μαζί του. Πολλές φορές μόλις ἔμπαινα στό αὐτοκίνητο μέ ρωτοῦσε : Ἔχεις ψιλά, εἶχα προετοιμασθεῖ, γι’αὐτό τίς περισσότερες φορές. Τοῦ ἔδινα συνήθως ψιλά τῶν πενῆντα δραχμῶν. Δέν μοῦ ἔδινε ἀμέσως τό πενηντάρικο.Γιατί,γιατί ἀπλά δέν εἶχε. Ὅμως δέν τό ξεχνοῦσε ποτέ.Κάποια στιγμή τίς ἑπόμενες μέρες μοῦ ἔδινε τά χρεωστούμενα.Παρότι τό πορτοφόλι του ἦταν πάντα σχεδόν ἄδειο, ὅταν χρειαζόταν εἶχε.Χαραχτηριστικό φαινόμενο, αὐτό πού συνέβαινε τίς παραμονές Χριστουγέννων ἤ τήν Πρωτοχρονιά.Στά κάλαντα μιά «πονηρούτσικη»ὁμάδα παιδιῶν, ἐπειδή τό φιλοδώρημα ἦταν μεγάλο, ἀνέβαινε πολλές φορές. Ἄδικα, ὁ πατήρ Εὐγένιος ὁ διάκονός του τοῦ φώναζε πῶς εἶναι τά ἴδια παιδιά. Δέν πειράζει ἔλεγε, ἄφησέ το. Γνωρίζω ἐπίσης ὅτι σέ ἕνα ναό πού χτιζόταν σέ μιά φτωχή συνοικία τῆς πόλης μας εἶπε στόν ἐφημέριο της : θάρχεσαι κάθε μῆνα νά σοῦ δίνω δυό χιλιάρικα.Μήν τό πεῖς σέ κανένα. Γι αὐτό πέθανε φτωχός.
Ἡ δεύτερη πτυχή τῆς ζωῆς του,ἄγνωστη ἴσως σέ πολλούς, ἦταν τό λεπτό χιούμορ του τό ὁποῖο τόν διέκρινε σέ στιγμές χαράς, ἤ σέ κάποιο στενό κύκλο, πάντα εὐπρεπής καί διακριτικός.Ἔχω προσωπική πεῖρα.
Στό Γοργολαΐνι ἐπικρατεῖ ἀναστάτωση. Ἡ αἰτία; Φτειάχναμε τήν ταράτσα στή μεγάλη αὐλή.Εὐκαιρία νά ἔλθει ὁ ἐργολάβος ἐν μέσῳ κατασκηνωτικῆς περιόδου.Μερικοί ὁμαδάρχες εἶχαν πάρει τά παιδιά πάνω ἀπό τό Μοναστήρι καί οἱ ὑπόλοιποι δουλεύαμε,ὑπό τήν ἐπίβλεψη τοῦ Σεβασμιωτάτου. Εἶχα ἀναλάβει νά βάζω τά τσιμέντα στήν μπετονιέρα. Ὅπως τά ἄνοιγα ὅμως,λόγω τοῦ ἀέρα(καί πότε δέν φυσᾶ ἐκεῖ)λουζόμουν ἀρκετή τσιμεντόσκονη ἀπό τό κεφάλι ὥς τά πόδια.Ὑποβοηθοῦντος δέ καί τοῦ ἱδρῶτα φαινόταν μόνο τά μάτια μου.
Μέ τό τέλος τῆς ταράτσας ἡ γερόντισσα Συγκλητική εἶχε ἐτοιμάσει τό φαγητό(ἄς εἶναι αἰωνία καί αύτῆς ἡ μνήμη καθώς δούλεψε κι αὐτή ὑποδειγματικά γιά τήν Έκκλησία,ὅπως καί ἡ ὑποτακτική της γερόντισσα Εύγενία, ἄς εἶναι καλά).

Ἡ Γερόντισσα Συγκλητική σέ ὑπηρεσία.
Πῆγαμε νά πλυθοῦμε καί στή συνέχεια ἀκολουθήσαμε τόν δρόμο γιά τήν τραπεζαρία ἀπό τήν κάτω αὐλή.
Ὁ μακαριστός Γέροντας καθόταν δίπλα στήν πηγή. Γελοῦσαν καί τά αὐτιά του ἀπό ἱκανοποίηση.Ἔφτασα ἀπό τούς τελευταίους. Περίμενε ἐκείνος γιά νά φτάσουν ὅλοι. Κοντοστάθηκα νά τοῦ φιλήσω το χέρι. Χαμογελῶντας μόλις μέ εἶδε,χτύπησε δυνατά τό χέρι του στό γόνατό του καί μοῦ λέει: Κρίμα.Παραξενεύτηκα.Τί κρίμα Σεβασμιώτατε,τί συμβαίνει; Κρίμα μωρέ Βασίλη νά μην σέ βγάλω μιά φωτογραφία προτοῦ πλυθεῖς.Ἦσουν ἀπίθανος.Φαινόταν μόνο τά μάτια σου.Θά ἤθελα νά σέ θυμᾶμαι ἔτσι.Τά ἔλεγε,καί τά δικά του μάτια ἄστραφταν ἀπό ἀγάπη,στοργή καί ἱκανοποίηση.
Ἡ δεύτερη ἱστορία ἔχει ἀφετηρία πάλι τό Γοργολαΐνι.Ἦμουν ἔξω ἀπό τό γραφεῖο τοῦ Σεβασμωτάτου μαζί μέ τόν Γιάννη τόν ὀδηγό του.Μοῦ λέει ὁ κ.Γιάννης: προχθές πού γυρίζαμε ἀπό τό Γοργολαΐνι,μπῆκε στός ρόδες τοῦ αὐτοκινήτου ἕνας λαγός. Φρέναρα ἀμέσως ἀλλά ὁ λαγός δέν τήν γλύτωσε.Γιατί σταματᾶς Γιάννη; προχώρα σέ παρακαλῶ. Σοβαρά Σεβασμιώτατε πῶς θά τόν ἀφήσω; Ὅταν φτάσαμε στήν Ἀρχιεπισκοπή, συνεχίζει ὁ Γιάννης, καί ἐτοιμαζόμουν νά τόν καληνυκτίσω μοῦ λέει : Γιάννη, τόν θέλεις; Ἔνοιωσα ἀμηχανία,ἄν θέλεις,ἀφοῦ λείπει καί ἡ γυναίκα σου, νά μᾶς τόν ψήσει ἡ ἀδελφή μου.Ἔτσι καί ἔγινε. Φάγαμε,διάκο,ἔλεγε ὁ Γιάννης, ἐπτά ἄτομα. Ὁ λαγός ἦταν τεράστιος!! Ἐγώ δέν πολυπίστεψα τόν Γιάννη σέ ὅτι ἀφοροῦσε τό μέγεθος τοῦ λαγοῦ,ἐπηρεασμένος ἴσως καί ἀπό τίς διηγήσεις κυνηγῶν,πού εἶναι συνήθως ὑπερβολικοί.Ἄντε βρέ Γιάννη,νομίζω πῶς μοῦ λές ψέμματα,ἐγώ θά ρωτήσω τόν Δεσπότη.Μπῆκα φουριόζος στό γραφεῖο του.Ἦταν μόνος(ἴσως εἶχε ἀκούσει κάτι).
Σεβασμιώτατε,νά σᾶς ρωτήσω κάτι, ἀλλά θέλω τήν ἀλήθεια, πόσο μεγάλος ἦταν ὁ λαγός πού σκοτώσατε προχτές; Μέ κοίταξε γιά λίγα δευτερόλεπτα χαμογελαστός καί μοῦ ἀπαντᾶ,τόσος!! Δείχνοντάς μου μέ τό δεξί χέρι του ἀπό τό δάπεδο ἕως ἐκεῖ πού ἔφτανε τό ὖψος τοῦ ὦμου του!! Ἐγώ τοῦ ἀπαντῶ,ὤχ ἔφυγα ἀπό τόν μικρό ψεύτη καί πῆγα στόν πιό μεγάλο.Ἐκεῖ σταμάτησα.
Ἦταν τοῦ Ἁγίου Εὐμενίου 18Σεπτεμβρίου.Αὔριο θά πᾶμε στήν Φορτέτσα μέ εἰδοποίησε ὁ Σεβασμιώτατος.Μετά τήν θεία λειτουργία(θά ἦταν Τετάρτη ἤ Παρασκευή)μᾶς φιλοξένησε ὁ κ.Καφᾶτος γιά νά μᾶς προσφέρει πρωϊνό.Μαζί μέ τόν καφέ προσέφεραν καί ἀτομικό πιάτο πού τά περισσσότερα ἀπό τά ἐδέσματα ἦταν,ἴσως καί ὅλα,δέν ἦταν νηστίσιμα.Διστακτικός ἐγώ,κοίταζα μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ μου τίς κινήσεις τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου.Πῆρε κάτι ἀπό τό πιάτο του καί τό ἔφαγε.Σέ λίγη ὥρα τό πιάτο μου εἶχε ἀδειάσει.Δυστυχῶς δέν ἀντιλήφθηκα ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος μετά τό πρῶτο τυροπιτάκι σταμάτησε καί μέ κοίταζε.
Ἀποχαιρετήσαμε εὐχαριστῶντας τήν οἰκογένεια τοῦ κ.Καφάτου.Μόλις ὅμως ἔκλεισε ἡ πόρτα τοῦ αὐτοκινήτου γυρίζει καί μοῦ λέει μέ αὐστηρό δῆθεν,ἀλλά καί πατρικό τόνο: σήμερα εἶναι μέρα νηστείας.Γιατί ἔφαγες;Γιατί Σεβασμιώτατε καί ἐσεῖς δέν φάγατε; Ἐγώ ἔφαγα μόνο δύο μοῦ ἀπαντᾶ!! Μοῦ ἔδειχνε μέ αὐτόν τόν τρόπο τήν εὐγένεια πρός τήν οἰκογένεια πού μᾶς φιλοξενησε, ἀλλά καί τό μέτρο τό ἄριστο.
Σέ ἕνα ἄλλο πανηγύρι,πρέπει νά ἦταν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ,στό Θραψανό.Νά σηκωθοῦμε πρωϊ,μοῦ εἶπε.Ἐπτά παρά τέταρτο νά εἶσαι στήν πόρτα τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου.Περίμενα,περίμενα, ἔφτασε ἡ ὥρα ὁχτώ καί δέκα ὅταν ἄνοιξε ἡ πόρτα τοῦ αὐτοκινήτου.Κάθισα δίπλα του,τόν καλημέρισα,φιλῶντας του τό χέρι.Γυρίζει καί μοῦ λέει με τρόπο δῆθεν ἐπιτιμητικό. Καλημέρα,γιατί ἄργησες; Κατάλαβα πῶς ἤθελε νά μέ πειράξει. Σεβασμιώτατε,τοῦ λέω : δέν σᾶς ἀπαντῶ.
Τελειώνω καταθέτοντας στήν ἀγάπη σας, ἐσεῖς πού θά διαβάσετε αὐτές τίς γραμμές, γιά τό πόσο πικράθηκε στά στερνά του.
Βραδινές ὦρες με καλοῦσε στό γραφεῖο του. Ἦταν μόνος του. Καθόμουν ἀκριβῶς ἀπέναντί του.Μοῦ μιλοῦσε συνεχῶς.Ἐγώ μόνο ἄκουγα. Μοῦ ἔλεγε τά παράπονά του, ἄγνωστες σέ μένα ἱστορίες γιά ἀνθρώπους πού τόν πίκραναν,ἀναφορές μοναχῶν ,κ.λ.π. Συνέβησαν πολλές φορές αὐτά. Κάποτε τόλμησα νά ρωτήσω: Σεβασμιώτατε γιατί τά λέτε σέ μένα αὐτά. Μοῦ ἀπαντᾶ δακρυσμένος. Γιατί ξέρω πῶς ἐσύ μ’ ἀγαπᾶς. Αὐτό συνέβη γιά τελευταία φορά πενῆντα ἡμέρες περίπου πρίν ἀπό τήν κοίμησή του.
Φαίνεται τό γνώριζε,πῶς ἦταν ἡ τελευταία συνάντησή μας.Ὅταν ἔσκυψα γιά νά τοῦ φιλήσω τό χέρι,σηκώθηκε μέ ἀγκάλιασε καί μέ φίλησε.Στό καλό νά πᾶς καί νά προσέχεις παιδί μου.
Γιά τελευταία φορά τόν εἶδα στήν κηδεία τοῦ μακαριστοῦ π.Παϊσίου Χουδετσανάκη, στό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Ἐπανωσήφη.Ἦταν ἀνήμερα τῶν Θεοφανείων τοῦ 78. Ἕνα μῆνα ἀκριβῶς πρίν φύγει καί αὐτός γιά τήν αἰώνια ζωή.Μοῦ φάνηκε καταβεβλημένος.Τόν ἔβλεπα γιά τελευταία φορά.Ἄς εἶναι αἰώνια ἡ μνήμη του.
Καί τελειώνω μέ δύο σημαντικά γεγονότα θλιβερά πού συνέβησαν πρίν φύγει.
Δύο ἀγοράκια ἀπό τό σχολεῖο μας ὁ Νεκτάριος καί ὁ Βασίλης ἔφυγαν ξαφνικά γιά τόν οὐρανό. Ἦταν καί τά δύο μαθητές τῆς Β΄τάξης.Μόλις 7ἐτῶν.Δέν ξέρω ἄν ἦταν ἄγγελοι-πρόδρομοι τοῦ τελευταίου ταξιδιοῦ τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιερέως Εὐγενίου τοῦ Α΄


«Ἦτανε καλός ἄνθρωπος ὁ μακαριστός ὁ Εὐγένιος.Ἐρχότανε δυό φορές τήν ἐβδομάδα καί ἐξομολογοῦνταν.Πολλά προβλήματα, μά δέν μπορῶ νά τά πῶ γιατί ἦτανε ἐξομολόγηση. Καί ἡ ἐξομολόγηση εἶναι μυστική παιδί μου. Μεγάλο μυστήριο. Εἴχε καί στό Γοργολαΐνι ἕναν καλό παπᾶ τόν παπᾶ Μανώλη πού τοὔλεγε καί αὐτοῦ ὁρισμένα. Καλός παπᾶς, ἐφόρειε βράκες, καί τόν ἔβλεπα στά Συνέδρια. Κάθε χρόνο ἐπήγαινα καί στίς Κατασκηνώσεις καί στά Συνέδρια.

Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Εὐγένιος στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στήν Ἀνώπολη Πεδιάδος.Διακρίνεται στά ἀριστερά του ὁ ἀκέραιος Μοναχός γέροντας Γρηγόριος Ἀσπετάκης πνευματικός του τότε καί στό τέλος δεξιά ὁ π.Κων/νος Χατζάκης ἐφημέριος τῆς ἐνορίας Ἀνωπόλεως.Πέρα ἀπό τήν προσωπική του μαρτυρία,καθώς ἦταν διαχειριστής τῶν Κατασκηνώσεων γιά μιά τριετία,μᾶς παραχώρησε καί μιά σειρά ἀπό φωτογραφίες ἐνδεικτικές γιά τήν ἐποχή καί τήν ἱστορία της.

Τό Γοργολαΐνι ἦταν ἕνα κομμάτι άπό τή ζωή του. Ἀγαποῦσε πολύ τά παιδιά. Καί οἱ 105 δραχμές πού βρεθήκανε τότε στό συρτάρι του, ὅταν πέθανε στά παιδιά πῆγαν. Εἴχε κάνει χαρτί ὁ μακαριστός καί ἔλεγε πῶς ἄν μείνει τίποτα χρηματικό στά παιδιά νά τό δώσετε. Εἶχε καταλάβει, εἶχε δεῖ πρέπει, πώς θά πέθαινε.
Αὐτός ἦταν ὁ Εὐγένιος. Ἄνθρωπος πού δέν κράτησε γιά τόν ἑαυτό του τίποτα. Ὅλα γιά τούς ἀνθρώπους πού ἀγάπησε καί τόν ἀγάπησαν. Νά σκεφτεῖς παιδί μου πώς, ὅταν τόν πήγαμε στό Λονδίνο τοῦ κάμαμε ἔρανο μεταξύ μας γιατί ἦτανε πολλά τά ἔξοδα τῆς κλινικῆς καί δέν μπορούσαμε νά τά πληρώσουμε. Τό ‘μαθε ὕστερα ὁ Βαρδινογιάννης καί ἔστειλε τόν γραμματέα του καί πλήρωσε. Καί ἀνέλαβε καί τήν ἀδερφή του πού ἔμεινε πλέον μόνη μετά ἀπό τό θάνατό του. Αὐτός ἦταν ὁ Εὐγένιος παιδί μου. Ἄνθρωπος πού δέν κράτησε γιά τόν ἑαυτό του τίποτα. Ὅλα γιά τούς ἀνθρώπους πού ἀγάπησε καί τόν ἀγάπησαν» μᾶς εἶπε στίς 8- 8- 2007 ὁ Γέροντας Ἱερομόναχος π. Γρηγόριος Ἀσπετάκης. Πνευματικός καί στενός, προσωπικός φίλος τοῦ μακαριστοῦ Δεσπότη, αἰωνόβιος σήμερα, ἡσυχάζει στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Ἰωάννου Ἀνωπόλεως τή Μονή πού γιά πολλά χρόνια πρίν ὑπηρέτησε ὡς Ἡγούμενός της.

«Ἦμουνα λαϊκός ἀκόμα ὅταν γνώρισα τόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Εὐγένιο, ἐδῶ στό Γοργολαΐνι, κάπου στά 1958 πού ἐρχόμουνα ἐδῶ ἔως καί τό 1965. Μετά πῆγα στόν Ἅη Γιώργη τόν Ἐπανωσήφη. Ὁ μακαριστός Εὐγένιος μέ χειροτόνησε, ἐκείνος μέ ἔκανε μεγαλόσχημο καί μέ βοήθησε στήν Μοναχική μου ζωή. Ἄνθρωπος ἀπλός, ἀνεξίκακος, ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα τόν ἄνθρωπο. Μιά μεγάλη του ἀρετή ἦταν ἡ ἐλεημοσύνη πού τήν καλλιέργησε ἰδιαίτερα καί πολλές φορές ἐντελῶς μυστικά γιά νά μήν γίνεται φανερή ἡ δραστηριότητά του αὐτή. Ἀντιστασιακός, βοήθησε πολύ στόν ἀγῶνα ἐνάντια στόν κατακτητή. Εἶχε ἐκείνο τό ὖφος πού εἶχαν καί οἱ μεγάλοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅταν ἀγωνίζονταν γιά νά βοηθήσουν τόν ἄνθρωπο νά μείνει πιστός στόν Θεό. Ἐκπληρωνόταν ἔτσι ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Μοναχισμοῦ πού ὑπηρετῶντας τόν Θεό προσεύχεται γιά τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων.
Ἦτανε ἔρημο τό Μοναστήρι,μά μεταπολεμικά ἦρθε ἐδῶ ἡ Παρθενία μιά καλογρηά μαζί μέ τήν μητέρα της καί τόν ἀδελφό της τό συντήρησαν λίγο. Δέν εἶχε τίποτα οἰκήματα μοναχά τό παλιό ἡγουμενεῖο ὅπου ἔμεναν στήν ἀρχή ὅλοι ὅσοι ἐρχόταν στό Μοναστήρι.Εἶχανε τσαντίρια στήν ἀρχή γιά νά μένουν τά παιδιά,μετά φτειαχτήκανε τά κτίρια κι ἔμεναν.
Ὑπῆρχαν ἐδῶ ὅλες ἐκείνες οἱ ἀξίες οἱ παραδοσιακές πού ἄν κάποτε ἐπανέλθουν θά δώσουν τήν πραγματική διάσταση τῆς Ἐκκλησίας ὅπως τήν εἶχε ἐφαρμόσει καί ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος στήν δράση του στό Γοργολαΐνι. Ἀναμφίβολα ἡ καταξίωση τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου ἔχει πραγματοποιηθεῖ ἀπό τόν Θεό καί ὅχι ἀπό τούς ἀνθρώπους πού δέν μποροῦν πολλές φορές νά καταννοήσουν τήν Θεία βούληση», μᾶς εἶπε σέ μιά συζήτησή μας, στίς 16 Σεπτέμβρη τοῦ 2007 ὁ π.Ἀναστάσιος Χατζάκης ἱδρυτής καί Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Παναγίας τοῦ Ἄξιον Ἐστί στήν Ἱεράπετρα Κρήτης καί θερμά τόν εὐχαριστοῦμε.

* * *
«Ἐπηγαίναμε καί μεῖς στό Γοργολαΐνι.Ἐφορτώναμε τό αὐτοκίνητο τρόφιμα καί διάφορα ἄλλα πράγματα καί ἀνεβαίναμε. Καθόμασταν κανά δυό μέρες καί φτειάχναμε τά περβολάκια, κλαδεύαμε τά δένδρα», μᾶς εἶπε ὁ Ἱερομόναχος π.Εὐμένιος Ρουσσάκης Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ἀγκαράθου.

«Ἦταν ὁ Δεσπότης καί πατέράς μου πού μέ στήριζε πρῶτον μέ τήν ἀκακία του καί ὕστερα μέ τήν πραότητα ,μέ τήν ταπείνωση καί μέ τήν πολλή του ἀγάπη. Μά πάνω ἀπ’ὅλα, μέ τό γλυκό του μειδίαμα ἄνοιγε θαρρεῖς τούς οὐρανούς, γιά νά κατεβοῦν οἱ Ἄγγελοι νά βρεθοῦνε μαζί του σά μιά ὄμορφη παρέα. Ἐρχότανε τίς περισσότερες μέρες τῆς βδομάδας χωρίς νά μᾶς εἰδοποιήσει γιατί δέν ἤθελε ποτέ τυμπανοκρουσίες καί ὑποδοχές. Μόλις τά παιδιά τόν ἔπαιρναν μυρωδιά πηδοῦσαν καί τοῦ ἔπαιρναν τό καλυμαύχι, ἄλλα τοῦ τραβοῦσαν τό ἀντερί, ποτέ δέν εἴπε τίποτα γιά νά τά προσβάλει, ποτέ δέν θύμωσε»,μᾶς εἶπε μιά μοναχή του παλιοῦ καλοῦ καιροῦ στό Γοργολαΐνι ἡ Μοναχή Θεοπίστη πού σήμερα μονάζει στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Γερασίμου στήν Κεφαλλονιά.
* * *

«Ἦτανε Ἐπανωσηφίτης ὁ ἀείμνηστος Εὐγένιος καί εἴχε ἕνα παραπάνω σεβασμό στόν Ἅη-Γιώργη. Πολύ παραπάνω ἐδῶ στόν Ἅγιο Γεώργιο στό Γοργολαΐνι πού τοῦ ἄρεσε καί σάν τόπος προσευχῆς. Τόν εἶδα προσωπικά πολλές φορές νά προσεύχεται. Μόνος,μόνος,μόνος. Ἀκόμα καί τήν ὥρα πού ἱερουργοῦσε σέ κάποιες στιγμές διέκοπτε. Σίγουρα ἐκείνη τήν ὥρα θά εἴχε ἄμεση ἐπικοινωνία μέ τό Θεό. Ἦταν προχωρημένος πέρα γιά πέρα ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος στήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Εἶχε ἕναν δικό του τρόπο μέ τόν « ὁποίο ἀναμφίβολα ἄγγιξε τόν Παράδεισο», εἶπε ὁ πολυσέβαστος γέροντας π. Μιχάλης Γιγουρτάκης, σέ μιά συζήτηση πού εἴχαμε μαζί του στίς 22-Αὐγούστου τοῦ 2006.

* * *


«Ἤμουν γιά τρία χρόνια Διαχειριστής τῶν Κατασκηνώσεων καί εἶχα πολύ καλές σχέσεις μέ τό μακαριστό Εὐγένιο. Θυμᾶμαι πού διαρκῶς ἀγωνιοῦσε γιά τήν ὕπαρξη τροφίμων στήν Κατασκήνωση γιά νά ‘χουν τά παιδιά. Κάποτε θά ‘ρχονταν νά ἐλέγξουν τά τρόφιμα πού εἴχαμε καί ἄν τά χρησιμοποιούσαμε σωστά.Μέ πῆρε τηλέφωνο καί μοῦ τό εἶπε ὅτι θαρχόταν καί νά κανονίσω νά μή φαίνονται ὅλα τά τρόφιμα γιά νάχουμε πάντα ἀπόθεμα γιά τά παιδιά. Χρειάστηκε νά πάρω ἐργάτες γιά νά βάλω σέ ἄλλη ἀποθήκη κάποια ἀποθέματα γιά νά μή φαίνονται καί γιά νά μᾶς στείλουν καί ἄλλα περισσότερα νάχουν τά παιδιά νά τρῶνε»,μᾶς εἶπε ὁ Παπᾶ Κων/νος Χατζάκης, Ἐφημέριος Ἀνωπόλεως Πεδιάδος σήμερα.
Ἦταν κάποια μέρα πού δέν εἴχαμε φαγητό νά μαγειρέψουμε γιά τά παιδιά. Καί οὔτε καί ὁ Δεσπότης εἶχε χρήματα γιά νά ψωνίσουμε τίποτα. Στό γραφεῖο του κάποια στιγμή ἦρθε ὁ Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Ἅη Γιώργη τοῦ Ἐπανωσήφη, ὁ π. Παΐσιος(Χουδετσανάκης).Μοῦ εἶπε ὁ Δεσπότης νά τοῦ πῶ γιά τό πρόβλημα. Ἀντέδρασε στήν ἀρχή. Μά ὅταν ἔμαθε πῶς συμφώνησε καί ὁ Δεσπότης καί πῶς ἐπρόκειτο γιά ἄπορα παιδιά γιά φτωχά παιδιά, ἦταν πολή ἡ φτώχεια τότε, πήγαμε μέ τό αὐτοκίνητο τοῦ Δεσπότη στήν Ἐθνική Τράπεζα καί σηκώθηκαν ὅλοι οἱ ὑπάλληλοι καί τόν χαιρέτησαν μέ τό πού τούς εἶπε Καλημέρα. «Δῶστε», εἶπε, «τριάντα χιλιάδες δραχμές άπό τό λογαριασμό τῆς Μονῆς στόν κύριο». Καί ἔφυγε. Λαϊκός άκόμα ἐγώ,γύρισα στό Δεσπότη καί τοῦ τό εἶπα. Εὐχαριστήθηκε πολύ ὁ μακαριστός Εὐγένιος καί ἐγώ πέρασα τήν Κατασκήνωση γιά ἕνα μῆνα μέ αὐτά τά χρήματα, συμπλήρωσε ὁ π.Κων/νος Χατζάκης.


ΚΑΤΙ ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΑΚΟΜΑ: ΟΙ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΓΟΡΓΟΛΑΙΝΙ, ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΑΣ, ΕΔΙΝΑΝ ΜΙΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΑΝΑΝ ΤΗΝ ΟΛΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΕΡΗΦΑΝΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΑ»


Σέ Πανηγύρι, στόν Ἅη Γιώργη,στήν Πυργοῦ.
μᾶς εἶπε ὁ π. Μανώλης Μαστρογιαννάκης Ἐφημέριος τοῦ χωριοῦ Πυργοῦ Μαλεβυζίου.


«Ἤθελε ὁ Δεσπότης νά σάξει τό Μοναστήρι ἀπό τήν ἀρχή. Μά λεφτά δέν ὑπῆρχανε. Καί ἐκάθουντανε συλλογισμένος στό Γραφεῖο ντου στή Μητρόπολη.Κι ἐκειά πού ἐσκέφουνταν ἐμπῆκα ξαφνικά ἕνας νέος ξανθός καί τόνε ρώτηξε τί ἔχει. Σάν ν-τοὖπε βγάνει ὁ νέος ἕνα σακκουλάκι καί λέει : Πάρε Δεσπότη, νά σάξεις τό Μοναστήρι. Κι ἐγίνηκε ἄφαντος. Ξανοίγει ὁ Δεσπότης κί εἴχενε μέσα λίρες. Ψάχνουνε καί τό νέο ,πράμα. Κατέβηκε ὁ Διάκος στήν αὐλή, πράμα. Κί ἔτσι καταλάβανε πῶς ἦτανε ὁ Ἅη Γιώργης »,εἶχε πεῖ ἡ μακαριστή Γερόντισσα Συγκλητική στήν συζήτησή της μέ τόν Καθηγούμενο π.Ἀρσένιο τό ἔτος 2000.

«Ἐκάμανε μιά τελευταία λειτουργία στήν Άθήνα γιά τό Δεσπότη, πρίν πᾶνε στό Λονδίνο. Καί μοῦ πέψανε καί μένα μιά μερίδα. Μά ἔκαμα τό λάθος πού δέν τή κράτησα νά τήν τρώω λίγη λίγη»,εἶχε πεῖ ἡ μακαριστή Γερόντισσα Συγκλητική στή συζήτησή της μέ τόν Καθηγούμενο π.Ἀρσένιο τό ἔτος 2000.

«Δέν ξέρω γιά τήν δική μου ἐλαχιστότητα μά ὑπῆρχαν τότε ἐδῶ στό Γοργολαΐνι τά δυό χαρίσματα πού πρέπει νάχει ὁ Μοναχός:ἡ ἁγία Ταπείνωση καί ἡ Εὐλογημένη προσευχή». (χαρίσματα τοῦ παλιοῦ καλοῦ καιροῦ) μᾶς εἶπε ἡ Μοναχή Εὐγενία Πατεράκη σέ μιά συζήτηση πού εἶχαμε τό καλοκαίρι τοῦ 2006 στή Μονή τῆς Παναγίας τῆς Κυρίας Παληανῆς.

«Χρειαζόμουν μιά ἐγχείρηση καί στά δύο πόδια τώρα τελευταία. Σκεφτόμουνα τό προηγούμενο βράδυ πού θά ἔμπαινα στό χειρουργεῖο ποιός θά ἦταν δίπλα μου ἐκτός τήν Παναγία καί τόν Ἅη Γιώργη. Κι ὅταν ὁ ὕπνος ἔκλεισε τά μάτια μου, σάν σέ ὄνειρο ἤ σέ ὄραμα δέν ξέρω, ἦρθαν καί κάθισαν δεξιά μου ὁ μακαριστός Δεσπότης καί ἀριστερά μου ἡ ἀγαπημένη μου Γερόντισσα. Ἄς ἔχω τήν εὐχή τους», μᾶς εἶπε ἡ Μοναχή Εὐγενία Πατεράκη σέ μιά ἐξομολογητική συζήτηση μαζί της στό κελί της, στό Μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Κυρίας Παληανῆς τό Φθινόπωρο,τόν Ὀκτώβρη τοῦ 2007.



«Ἦτανε καλός ἄνθρωπος ὁ Εὐγένιος. Ἦτανε μαζί μέ ἕναν πρώτο μου ἐξάδερφο στό Λονδίνο ποὖχε τήν ἴδια ἀρρώστια. Στό ἴδιο νοσοκομεῖο καί στόν ἴδιο θάλαμο. Θεῖε, εἶπε, ὅταν γύρισε τοῦ πατέρα μου, ἦτανε μεγάλος ἄνθρωπος καί ἐγώ παρασύρθηκα ἀπό ὅτι ἀκουγα. Συνέχεια ἔλεγε τοῦ πατέρα μου, θεῖε τόνε ἐφάγανε τόν Ψαλιδάκη. Μά νά δεῖς θεῖε ἄνθρωπος» εἶπε ὁ κ. Γ.Ματθαιάκης, ἐγγονός τοῦ παπᾶ Μανώλη Ἀλεξάκη, πνευματικοῦ τοῦ ἀειμνήστου Εὐγενίου.
***
«Ἐκουβέντιαζε ὄμορφα καί ἤτανε ἕνας ἄνθρωπος πού δέν ἐμπόρειε κιανείς νά τοῦ βρεῖ ψεγάδι. Μόνο πού τόνε θώρρειες, σούρχουνταν ἕνα μ-πράμα ὡσά ν-τό δέος. Σούρχουνταν, νά σκύψεις καί νά τόνε προσκυνήσεις. Σάμπως ἐθώρρειες τήν είκόνα τοῦ Χριστοῦ», μᾶς εἶπε ἡ κ. Μαρία Περογαμβράκη, κάτοικος Κ.Ἀσιτῶν, 86 έτῶν σήμερα, μαρτυρία πού καταπλήσσει μέ τήν ἀπλότητα καί τήν εἰλικρίνειά της.
***

«Μιά ἄγνωστη πτυχή τῆς προσωπικότητας τοῦ μακαριστοῦ Εύγενίου ἦταν ἡ διπλωματία του, γιά νά φτιάξει τήν Παιδούπολη ἐδῶ στό Γοργολαΐνι. Ἦταν μετά ἀπό μιά δεξίωση τήν Πρωτοχρονιά στό Ἀρχιεπισκοπικό μέγαρο, ὅπου εἶχε καλέσει καί τούς ἐπισήμους. Μαζί καί τούς Ἀμερικανούς τῆς Βάσης τῶν Γουρνῶν. Μετά ἀπό κάποιους λόγους καί προσφωνήσεις φύγαμε ἐμεῖς καί ἔμειναν οἱ Ἀμερικανοί. Ἐνθουσιασμένος ὁ ἐπικεφαλῆς Διοικητής τους εἶπε στό μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο πού θά μποροῦσε νά βοηθήσει. Καί ὁ ἀοίδιμος Εὐγένιος τοῦ εἶπε, ἐμᾶς σέ τίποτα, ἄν θέλετε ὅμως βοηθῆστε μέ τρόφιμα τήν Κατασκήνωση στό Γοργολαΐνι. Καί ἀπό τή στιγμή ἐκείνη ἦταν τά τρόφιμα, πληθώρα στό Γοργολαΐνι», μᾶς εἶπε ὁ κ.Μανώλης Καπετανάκης στίς 5 Αύγούστου τοῦ 2007 σέ μιά συζήτηση στήν αύλή τοῦ Μοναστηριοῦ, συνταξιοῦχος Ἐκπαιδευτικός ἀπό τόν Ἅγιο Μύρωνα, πού ὑπηρέτησε καί αύτός τό ἔργο στήν Κατασκήνωση, κοντά στόν μεγάλο Ἀρχιερέα.
***

«Θυμᾶμαι πού ἐπήγαινα τόν παπποῦ μου μέ τό γαϊδουράκι στόν Ἅγη Γιώργη,γιά νά ἐξομολογήσει καί τόν ἴδιο,άλλά καί ὅλους τούς παπάδες πού ἦταν ἐκεί στό Συνέδριο.Κατέβαινε καί μπαίναμε άπό τή Δυτική πόρτα.Καί νά δεῖς ἕνα παράξενο φαινόμενο. Στέκανε ὅλοι στή σειρά,πρῶτα ὁ Ψαλιδάκης καί σκύβανε καί τοῦ φιλούσανε τό χέρι.Ἦτανε βλέπεις ὁ ἐξομολόγος του καί τοῦ εἶχανε παραπάνω σεβασμό», μᾶς εἶπε πάλι ὁ κ.Γ. Ματθαιάκης.


***

«Μᾶς ζήτησε ὁ Μητροπολίτης ό Ψαλιδάκης στό τηλέφωνο.Δέν εἶχε τότε τηλέφωνο μόνο στό Σταθμό πού ἦτανε οἱ χωροφυλάκοι.Ἐμένα καί τό Γιωργη τό Μοσχολάκη γιά νά χτίσωμε ὅλα σχεδόν τά πετρόχτιστα καί τσί ξερολιθιές πού εἶναι γύρω ἀπό τό Μοναστήρι. Ἦτανε ἐργολάβος ὁ Μύρος ὁ Αὐγουστάκης. Παζαρέψαμε τήν τιμή, λίγα τά λεφτά ἐκείνη τήν έποχή, μᾶς τά ‘δινε λιγα-λιγα. Μᾶλλον ἀπό δωρεές καί προσφορές τά μάζευε. Καλός ἄθρωπος, ἁπλός. Τοῦ ἄρεσε νά κάθεται στήν ἄκρη τῆς πηγῆς καί νά συζητᾶ μέ τούς ἀνθρώπους. Δύσκολες οἱ ἐποχές, στεκόμασταν ὅλοι στή σειρά καί δίναμε ὁ ἕνας στόν ἄλλο τό μπιτόνι μέ τήν λάσπη καί ἔτσι χτίσαμε ὅλα τά χτίρια πού ὑπάρχουν σήμερα ἐδῶ.

Τό Μοναστήρι κάπου στά 1950
Θυμᾶμαι πού στή Νοτική εἴσοδο εἶχε δυό κολωνάκια καί εἴχανε ἀπάνω κάτι σάν ἁγίους. Μά τά χαλάσανε.Ἦτανε χαλάσματα, πρίν ἀρχίσουμε νά ξαναφτειάχνουμε.Ἦταν καί κάποιος ἐδῶ πού ἔφτιαχνε πιθάρια. Βοήθησε καί τό χωριό, ἡ Κοινότητα, πού, ἔδωσε πίσω χωράφια στό Μοναστήρι ὅταν τά ζήτησε ὁ μακαριστός Δεσπότης.

Σέ κάποιο πανηγύρι γύρω στά 1958.
Κάθε πανηγύρι στή γιορτή τοῦ Ἁγίου, γινότανε ἐδῶ γλέντι μέχρι ἀργά.Ὅποιος καθόταν στη μέση του Κυπαρισσιοῦ ἔκανε τό καφενεῖο φτιάχνοντας καφέ γιά ὅλους τούς ἄλλους. Καί πάντα ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου ζωντανή νά προστατεύει τό Μοναστήρι του.
Συνάντησα κάποιο χωριανό μιά μέρα στό καλντερίμι, πίσω ἀπό τό Μοναστήρι νά ‘χει φορτωμένο ἕνα τσουβαλι στό κτῆμα του. Τί ἔχεις τόνε ρώτησα ἐκεί μέσα. Μοῦ εἶπε πώς εἶχε πάρει μιά πέτρα άπό τήν πάνω μεριά τοῦ παλιοῦ Ἡγουμενείου γιά νά τήν βάλει στό δικό του σπίτι σάν θεμέλιο. Δέν ἔδωκα καί πολύ σημασία,μά τήν ἐπαύριο ξανασμίξαμε στό ἴδιο σημεῖο.Εἴχε πάλι τό τσουβάλι στό κτῆμα φορτωμένο. Τοῦ λέω, τί ἔχεις ἐκεί μέσα. Ἄστα μοῦ λέει, ἄστα.Ξανάφερα τήν πέτρα πίσω.Τό γιατί δεν μοῦ τό εἶπε.Κατάλαβα ὅμως πῶς ἦτανε ἡ δύναμη τοῦ Ἁγίου πού τόν ἔκανε νά γυρίσει πίσω τήν πέτρα», μᾶς εἶπε ὁ κ.Μοσχολάκης Λευτέρης πού ἦταν ἀπό τούς βασικούς μάστορες στήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Μοναστηριοῦ.

«Ἦτανε θεῖος μου ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Εὐγένιος. Σπούδαζα στήν Ἱερατική Σχολή Κρήτης πού ἦταν τότε στά Χανιά, στό Μοναστήρι τῆς Ἁγίας Τριάδας.Ἑτοιμαζόμουν νά πάω στήν σχολή τῆς Χάλκης δίνοντας ἐξετάσεις στήν Ἀθήνα σύμφωνα μέ τόν κανονισμό τῆς ἐποχῆς.Ἦταν γύρω στά 1960.Μέ παρεκάλεσε νά τόν βοηθήσω στίς Κατασκηνώσεις, γιατί εἶχε πρόβλημα μέ τό προσωπικό ἕως νάρθει ἡ στιγμή γιά νά πάω στήν Ἀθήνα γιά τίς ἐξετάσεις.Πράγματι ἦρθα στό Μοναστήρι σάν ὑπαρχηγός ἀκολουθῶντας τό πρόγραμμα πού ὁ ἴδιος εἶχε καταρτίσει.Κάποια μέρα μετά ἦρθε στό Μοναστήρι στεναχωρημένος. Τί ἔχεις θεῖε τοῦ εἶπα, ἄσε μοῦ λέει ξέχασα νά σοῦ πῶ ὅτι προχτές ἦταν ἦταν ἡ τελευταία προθεσμία γιά τίς ἐξετάσεις γιά τή Χάλκη. Τώρα τί νά κάνουμε.
Στεναχωρήθηκα στήν ἀρχή. Μεσολάβησε ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Γορτύνης στόν μακαριστό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καί μέ πῆραν στήν Σχολή ὡς ὑπεράριθμο.Μά ὅταν χρειάστηκε ἡ ὑλική μεσολάβηση τοῦ ἀείμνηστου Ἀρχιεπισκόπου, γιά να βρεθοῦν κάποια χρήματα πού χρειαζόταν γιά τήν Πόλη δέν βρέθηκαν πουθενά καθώς ἦταν ἡ χρονιά τοῦ Περονόσπορου καί ἡ φτώχεια ὑπαρκτή. Πουθενά δέν ὑπῆρχαν χρήματα, ἡ οἰκονομία διαλυμένη καί ἡ φτώχεια δυνατή.Ἦρθε λοιπόν ὁ μακαριστός νά συμπαρασταθεῖ στό φτωχό ἄνθρωπο καί τό ἄπορο παιδί μέ τίς Κατασκηνώσεις πού στήριξαν πολλά παιδιά.
Παρακολούθησα ἀπό κοντά τόν ἀγῶνα καί τήν θυσία του γιά νά στηρίξει τά ἄπορα παιδιά ἀπό ὅλη τήν περιοχή τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς. Μία περίοδο ἔκατσα στό Γοργολαΐνι καί θυμᾶμαι στή μεγάλη τραπεζαρία ἀποκάτω τά χώματα πού ἦτανε σωρό. Μᾶς ἔλεγε νά τά βγάλουμε. Καί ὅταν ἀστειευόμενος τοῦ εἶπα ἔλα νά βοηθήσεις Θεῖε, ἔβγαλε τό ράσο του καί ἄρχισε νά φτυαρίζει πολεμῶντας νά βοηθήσει.
Θυμᾶμαι ἀκόμα πού πῆγα ὁ ἴδιος νά τοῦ πῶ πῶς εἶμαι ἀποφασισμένος νά κλείσω τό στόμα τοῦ κατηγόρου του μά μέ σταμάτησε δείχνοντάς μου μέ τό δάχτυλό του τόν οὐρανό. «Ὁ Θεός θά ἀποφασίσει παιδί μου,εἶπε.Μήν πᾶς, θά μοῦ κάνεις μεγαλύτερο κακό». Αὐτός ἦταν ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης.Πρᾶος, ἄκακος, συγχωρητικός, ὁ Θεός νά τόν ἀναπαύσει, μᾶς εἶπε ὁ κ. Γιάννης Ψαλιδάκης , ἀνηψιός τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου σε μιά συζήτηση πού εἶχαμε μαζί του στίς 11-9-2007.

«Εἶχε βαφτίσει τήν αδελφή μου ὁ μακαριστός Εὐγένιος.Ἦτανε ὅμως καί πολύ φίλοι μέ τόν πατέρα μου.Καί κάθε φορά πού ἔβαζε μπροστά ἕνα ἔργο τόν ἔπαιρνε τηλέφωνο γιά νά ἀνεβοῦμε νά βοηθήσουμε.Ρίχναμε ταράτσες,φυτεύαμε δένδρα.Ἀνεβαίναμε πολλοί χωριανοί»,μᾶς εἶπε ὁ κ.Κώστας Λουκαδάκης,κάτοικος τοῦ χωριοῦ Δαφνές σέ μιά συζήτησή μας στίς 5-9-2007.

Μέ χωριανούς (Δαφνιανοί), ἔτοιμοι νά ἀνεβοῦν γιά δουλειά στό Γοργολαΐνι.
Ἐρχόμουνα καί ἐγώ μαζί μέ τούς ἄλλους χωριανούς στό Μοναστήρι.Ἀνεβαίναμε ἀπό τήν Σίβα μέ τά ζῶα δέν ὑπῆρχαν αὐτοκίνητα.Θυμᾶμαι πού μοῦ εἶπε ὁ μακαρίτης ὁ Εὐγένιος νά σκάψω ἕνα χαντάκι πού θα χρησιμοποιοῦνταν γιά τήν ἀποχέτευση.Ἦταν κάτω ἐκεῖ στήν μεγάλη τραπεζαρία.Ἐγώ ἦμουνα καί πιό νέος τούκανα τό χατήρι καί ἔσκαψα τό χαντάκι.Ἦτανε πολύ ἀπλός,πολύ ἀληθινός ἄνθρωπος»,μᾶς εἶπε ὁ κ.Ρασούλης Γιώργης κάτοικος Δαφνῶν πού ἀνέβαινε καί αὐτός στό Μοναστήρι στήν διάρκεια τῆς ἀνοικοδόμησής του.


«Κάθε φορά πού ἤθελε ὁ μακαριστός ὁ Ψαλιδάκης νά κτίσει ἕνα κτίριο καί νά ρίξει μιά ταράτσα, ἔπαιρνε τηλέφωνο τούς ἱερεῖς στά χωριά. Ζητοῦσε νά μαζέψουν ἀνθρώπους, γιά νά βοηθήσουν μέ τά μπιτόνια να ρίξουμε τήν ταράτσα.Παπᾶς στό χωριό μου, τό Πενταμόδι ἦταν ὁ παπᾶ Θωμᾶς.Ἐμεῖς,κάμποσοι Πενταμοδιανοί ρίξαμε τήν ταράτσα πού εἶναι τώρα ἡ τραπεζαρία(σσ. ἡ τράπεζα τῆς Μονῆς κάτω ἀπό τόν Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου), μᾶς εἶπε ὁ κ.Μύρων Γουρνιανάκης ἀπό τό χωριό Πενταμόδι,τό καλοκαίρι




Δ.ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΚΥΡΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ

Εἶπε ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Εὐγένιος :

«Εἶμαι ἁμαρτωλός, ταπεινός Ἐπίσκοπος, ἀφοῦ ἡ τελειότητα δέν συνδέεται μέ αὐτήν τήν ζωή, ἀλλά ἀγαπῶ τόν Θεό καί τήν Ἁγία του Ἐκκλησία τήν ὁποία ὑπηρετῶ μέ ἀφοσίωση ἀπό μικρό παιδί316».

«Ὄνειρόν μου εἶναι ἡ Μονή αὐτή νά γίνῃ τό σπίτι τοῦ Κληρικοῦ καί τῶν στενωτέρων λαϊκῶν συνεργατῶν τῆς Ἐκκλησίας, νά στεγάζωνται δέ ἐν αὐτῇ ἄνετα αἱ Παιδικαί Κατασκηνώσεις τῶν Κατηχητικῶν μας Σχολείων.Θά καταβάλλω πρός τοῦτο κάθε δυνατήν προσπάθειαν. Εἶμαι βέβαιος ὅτι θά ἔχω καί τήν ἱδικήν σας συνεργασίαν. Θά ἐπικαλεστῶ δι’ ὑμῶν καί τήν συνδρομήν τῶν Χριστιανῶν τῆς Θεοσώστου μοι παροικίας316».

«Ἡ Ἱερωσύνη μᾶς δίνει τήν δύναμιν νά κάνωμεν ὑιούς τοῦ Θεοῦ.Ἐκ τούτου διαπιστοῦται ἡ μεγαλειότης τῆς Ἀποστολῆς μας καί αἱ βαρεῖαι εὐθύναι τῆς διακονίας μας.Ὑπάρχει χάρις ἡ ὁποία δέν διαβιβάζεται παρά διά τοῦ ἱερέως, ὑπάρχουν καρποί, οἱ ὁποίοι δέν γεννῶνται παρά διά τῶν φροντίδων μας. Εἴμεθα οἱ ἀγωγοί διά τῶν ὁποίων διοχετεύεται εἰς τούς ἀνθρώπους ἡ Θεία Χάρις καί αἱ Θεῖαι ἐνέργειαι, αἱ ὁποίαι δύνανται νά ἀναγεννήσουν τόν σημερινόν κόσμον, ἕναν κόσμον άπογοητευμένον, ἐξαρθρωμένον, ὁ ὁποῖος ζητεῖ ἕνα στήριγμα, ζητεῖ ἐκεῖνον εἰς τόν ὁποίον νά ἐμπιστευθεῖ τό φῶς του, τήν ἀλήθειαν, τήν ζωήν316».

«Θά μείνωμεν ἐδῶ ἐπί ὀλιγοήμερον, ἴνα ζήσωμεν ἠσύχους ὥρας καί ἵνα τάς ὥρας ταῦτας τῆς περισυλλογῆς ἐφαρμόσωμεν ἕκαστος τό ἔνδον σκάπτε δι’ ἑαυτόν , ἵνα μέ τούς ψιθύρους τῆς φύσεως ἀκούσωμεν καί τήν φωνήν τῆς συνειδήσεως καί λάβωμεν ἀποφάσεις διά τόν πνευματικόν ἡμῶν καταρτισμόν317».

«Εἶμαι εὐγνώμων διά τάς προσευχάς, τήν ἐμπιστοσύνην καί τήν ἀφοσίωσιν τοῦ περί ἐμέ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Τάς πικράς δοκιμασίας τάς ἀφήνω εἰς τήν δικαίαν κρίσιν τοῦ Θεοῦ. Κύριε μή στήσεις αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην. Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν.Ἀμήν317».


Ὁ Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης λέγει σχετικῶς : « Σάν ἄλλο λύχνο αναβει ὁ Θεός τόν ἱερέα καί τόν τοποθετεῖ ἐπάνω στόν λυχνοστατη τῆς ὁλόφωτης ἱερατικῆς διακονίας.Τόν θέλει νά φεγγοβολᾶ,νά φωτίζῃ τήν Ἐκκλησίαν του.Γιατί; Γιά νά βλέπουν τά πλήθη τῶν πιστῶν τό ἀστραποβόλημα τῆς ἁγίας Προσωπικότητός του,νά κατευθύνωνται πρός τήν ἀρετήν καί νά δοξάζουν τόν μεγάλο Θεό318» .

«Ὁ Ἱερεύς εἶναι τό ὄν, πού ἔχει ὡς κύριο προορισμό του νά παρεμβαίνῃ στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου σέ ὅλες τίς άποφασιστικές στιγμές τοῦ συντόμου περάσματος του ἐπάνω ἀπό τήν γῆ ».

« Ὁ Κύριος ἡμῶν εἶπε : «ὑπόδειγμα γάρ δέδωκα ὑμῖν,ἵνα καθώς ἐγώ ἐποίησα ὑμῖν καί ὑμεῖς ποιῆτε(Ἰωάν,13-15)».Εἰς τό πρόσωπον καί τήν ζωήν τοῦ Χριστοῦ,κεκοσμημένον δἰ ἀρετῶν καί πλήρους θερμῆς μέχρις αὐτοθυσίας ἀγάπης πρός τόν ἄνθρωπον, πραγματοποιεῖται τό ἀνθρώπινον ἰδεῶδες, ἡ τελειότης, ἡ ἐξομοίωσις πρός τόν Θεόν.Ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ἡ θεία τελειότης λαμβάνει ἀνθρώπινην μορφήν,ζῇ μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί προσφέρεται ἡμῖν ὡς πλῆρες πρότυπον πρός μίμησιν». Μίμησις Χριστοῦ καί μαρτυρία αἰτεῖται ἡ Ἐκκλησία νά εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος ἐν τῇ διακονίᾳ του διά τόν ἄνθρωπον.Ἡ διακονία δέ διά τόν ἄνθρωπον, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἠθικήν ὕπαρξιν «δι’ ὅν Χριστός ἀπέθανεν», ἀποτελεῖ τό οὐσιαστικόν στοιχεῖον τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπολύτως ἐπιβεβλημένην τῆς Ἀποστολικῆς δράσεως. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι κοινωνία Χάριτος καί Πίστεως. Ἡ ἀληθής ἀγάπη ἀποτελεῖ ἔκφρασιν τῆς ζώσης πίστεως μετά τῆς διακονίας,τῆς καρδίας καί τῆς πράξεως ἕως τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ,ἐκφράζουσα τόν ὑψηλότερον σταθμόν τῆς ἀνθρωπίνης τελειότητος ».

«Ἡ ἑνότης τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ἀνύψωσις της ὑπεράνω ἀπό τάς ὑφισταμένας ὑποκειμενικάς καί ἐπαρχιακάς ἀντιλήψεις,ἡ ἀνακαίνισίς της, ἡ ἀναζωπύρωση τοῦ πνεύματος τῶν Πατέρων,αἱ Πανορθόδοξοι Διασκέψεις τῆς Ρόδου καί τῆς Γενεύης, ἡ ἑνότης τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου. Τίποτε κατά τόν ἀείμνηστον Πατριάρχην Ἀθηναγόραν ,δέν ὑπάρχει δυνατότατον ἐν τῷ κόσμῳ ἀπό τήν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ.Ἐδοκιμάσθησαν τά μίση,αἱ ἐχθρότητες, οἱ Θρησκευτικοί πόλεμοι, αἱ τόσαι ἀντιθέσεις καί διαλεκτικα, ἡ συμφορά τῆς διαιρέσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τήν ἀπομόνωσιν καί τά μίση,τά ὁποῖα τήν ἡκολούθησαν,ἐμποδίζει τό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας εἰς ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς, ἡ ἔνωσις θά ἐπέλθῃ οὖ διά τῆς ὑποταγῆς τῆς μιᾶς Ἐκκλησίας εἰς τήν ἄλλην,ἤτοι διά τῆς ἀφομοιώσεως τῆς μιᾶς πρός τήν ἄλλην ἤ τῶν ἀξιώσεων πρωτείου ἐπί τῆς Ὀρθοδόξου Έκκλησίας, ἀλλ’ ἐν τῇ πράξει καί τῇ ἱσοτιμίᾳ,ὡς αἱ δύο Ἐκκλησίαι ἐβίουν κατά τά πρῶτα ἔτη.Ἐξακολουθοῦμεν τόν δρόμον τῆς Ἀγάπης,μή δυνάμενοι νά καθορίσωμεν πότε ἀκριβῶς θά φθάσῃ εἰς τό τέρμα ὁ δρόμος οὖτος, ἀλλά βέβαιοι ὅτι μία μέρα θά φθάσῃ ».

«Ἀκραδάντως πιστεύω, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος νά πορεύῃται τήν ὁδόν, ἥτις ὁδηγεῖ αὐτόν πρός τόν Θεόν,καί ὅτι ἡ ἀθεΐα, ὅταν διατείνεται, ὅτι θά ἀπαλλάξῃ τόν ἄνθρωπον ἀπό τά δεσμά τῆς θρησκείας δέν στηρίζεται ψυχολογικῶς,διότι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἔμφυτον τό θρησκευτικόν συναίσθημα. Πρέπει νά τονίσω ὅτι ἡ ἀθεΐα εἶναι ἀπαράδεκτος είς τήν διαμόρφωσιν τοῦ ἀληθοῦς ,τοῦ τελείου, τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου καί ὅτι ἡ συναδέλφωσις μετά τῶν συνανθρώπων του προϋποθέτει τήν πίστιν είς τήν κοινήν πατρότητα τοῦ Θεοῦ[...] Ἠθική δέ ἄνευ Θεοῦ, Χριστιανισμός ἄνευ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας του δέν ὁδηγοῦν εἰς αἴσιον πέρας[...] Καί ἡμεῖς ἐδῶ ἀδελφοί μου, πρέπει νά εἴμεθα εὐγνώμονες είς τόν Ἀπόστολον Τίτον,ὅστις μετά τόν Ἀπόστολον Παύλον ἐκήρυξεν ἐν Κρήτῃ τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ διά τήν σωτηρίαν πάντων «οὕς ὁ Κύριος θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Ὁ δέ Ἰησοῦς Χριστός πάντοτε νικᾶ καί ὅτι «οὐκ ἔστιν ἕτερον ὄνομα ὑπό τόν οὐρανόν, ἐν ὦ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς ».

Σέ κάποιο πανηγύρι,μαζί μέ τό λαό ,κάπου στά 1962.






















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου